ΛΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Αφού σχηματίσουμε μια συνολική εικόνα για την παράδοση και τα πολιτιστικά διαθέσιμα της Π.Ε. Τρικάλων μπορούμε να κατανοήσουμε ότι ο λαϊκός πολιτισμός είναι προϊόν και αποτέλεσμα της προβιομηχανικής εποχής και η κοινωνική επιχειρηματικότητα μία έννοια που οριοθετείται στην μεταβιομηχανική εποχή και μάλιστα βρίσκεται στο ξεκίνημα της.

Στην βιομηχανική εποχή, που είναι ένα ενδιάμεσο στάδιο ανάπτυξης σε σχέση με την εποχή μας κυριαρχεί η εκβιομηχάνιση της παραγωγής, ο λαϊκός πολιτισμός έγινε φολκλορική παράδοση η οποία συντηρείται από τους συλλόγους ως φολκλορικό είδος αξιοποιείται από το τουρισμό και έχει  ιδιαίτερη σημασία να τον εντάξουμε στο πολιτιστικό και κοινωνικό κεφάλαιο τοπικής ανάπτυξης.

Τα λαογραφικά μουσεία που πολλαπλασιάζονται στη περιοχή πιστοποιούν ακριβώς αυτή την εξέλιξη: κάτι που φεύγει από την καθημερινή ζωή και γίνεται ανάμνηση, περνάει στα μουσεία για να διατηρήσει το συναισθηματικό δέσιμο με το παρελθόν για τους καταγόμενους από μία περιοχή και γίνει πιο θεατό για τους τουρίστες. Μπορεί να σηματοδοτήσει αξίες και στην νέα εποχή.

Οι καλές πρακτικές από το παρελθόν της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, όπως είναι το ζήτημα της μεσογειακής διατροφής και της τοπικής αυτάρκειας, μπορούν να επανεργοποιήσουν την τοπική απασχόληση στη γεωργία και την λαϊκή τέχνη στο πλαίσιο του αγροτουρισμού και πολιτιστικού τουρισμού.

Σε μια ιστορική αναδρομή είναι προφανές ότι τα παραδοσιακά επαγγέλματα, η χειροτεχνία, η λαϊκή τέχνη και οι μικροκαλλιεργητές εξαφανίστηκαν από την εκβιομηχάνιση όχι από κανέναν άλλον λόγο αλλά από το γεγονός ότι  μισθωτή εργασία στη βιομηχανία και το κράτος σε όλη την περίοδο ακμής του συστήματος ήταν πολύ πιο συμφέρουσα οικονομικά από το να ασκεί κανείς τα παραδοσιακά επαγγέλματα. Σήμερα η τοπικοποίηση, η παραγωγή και η κατανάλωση αγροτικών και χειροτεχνικών προϊόντων επί τόπου έχει ιδιαίτερη αξία για τον επισκέπτη και την ανάπτυξη του βιοτουρισμού.

Αυτό που κοιτούσε ο κόσμος μετά τον πόλεμο των δεκαετιών του 50 και του 60 ήταν να “χορτάσει ψωμί” και να ντυθεί και να μάθουν τα παιδιά του γράμματα να φύγουν από την μιζέρια του χωριού. Κι αυτό το προσέφερε η βιομηχανική επανάσταση και το δημόσιο σχολείο. Μόνον που αυτή η ανάπτυξη που είναι συνυφασμένη με την αστικοποίηση, την υπερσυγκέντρωση του πληθυσμού που έχει ημερομηνία λήξης. Στην Ελλάδα κράτησε μόλις δύο γενιές.

Η ύπαιθρος παρουσιάζει ξανά ενδιαφέρον από την άποψη του φυσικού τρόπου ζωής και της αξιοποίησης τοπικών πόρων σε μικροκλίμακες. Η αποβιομηχάνιση λόγω της μετακίνησης πολλών βιομηχανικών μονάδων από την Ευρώπη προς το τρίτο κόσμο και ιδιαίτερα στην Ασία με κίνητρο το χαμηλό εργατικό κόστος, είναι η μία βασική αιτία και η άλλη είναι οι νέες τεχνολογίες, ρομποτική και πληροφορική, της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης που περιορίζει δραστικά την ανάγκη για εργατικά χέρια.

Οι άνθρωποι που χάνουν τις δουλειές στα αστικά κέντρα μπορούν να βρουν απασχόληση στην ύπαιθρο, παράγοντας ποιοτικά τοπικά προϊόντα, υπηρεσίες και χειροτεχνίες που διαθέτουν τοπικά προϊόντα που διαθέτουν οι ίδιοι άμεσα στους καταναλωτές με βασικό μοχλό όλες τις μορφές εναλλακτικού τουρισμού.

Μια άλλη επαγγελματική δραστηριότητα που μπορεί να αναπτυχθεί στην ύπαιθρο είναι η επιχειρηματικότητα διαδικτύου που εξυπηρετεί την επικοινωνία μικρών συνεταιρισμών και επιχειρήσεων.