ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΒΙΟΣΦΑΙΡΑΣ του Jeremy Rifkin

Η ηπειρωτική εποχή θα μετατοπίσει σταδιακά τις διεθνείς σχέσεις από τη γεωπολιτική στην πολιτική της βιόσφαιρας. Όπως έχει προαναφερθεί, η βιόσφαιρα είναι ο χώρος που εκτείνεται από τον πυθμένα των ωκεανών μέχρι τη στρατόσφαιρα και μέσα στον οποίο αλληλεπιδρούν οι ζωντανοί οργανισμοί και οι γεωχημικές διαδικασίες της Γης προκειμένου να διατηρούνται οι κατάλληλες συνθήκες για τη συνέχιση της ζωής στον πλανήτη.

Οι πιο πρόσφατες θεωρίες της επιστημονικής κοινότητας για τη λειτουργία της βιόσφαιρας της Γης ισοδυναμούν με μια εκ νέου ανακάλυψη του πλανήτη στον οποίο ζούμε. Σύμφωνα με ερευνητές από διάφορα επιστημονικά πεδία -τη φυσική, τη χημεία, τη βιολογία, τη γεωλογία και τη μετεωρολογία-, η βιόσφαιρα λειτουργεί όπως ένας ζωντανός οργανισμός, του οποίου οι χημικές ροές και τα βιολογικά συστήματα αλληλεπιδρούν μεταξύ τους διαρκώς, δημιουργώντας αναρίθμητους ανατροφοδοτούμενους κύκλους που επιτρέπουν στη ζωή να ακμάζει σε αυτή τη μικρή όαση του σύμπαντος.

Αυτή η αλλαγή στον τρόπο με τον οποίο οι επιστήμονες αντιλαμβάνονται τη Γη θα έχει τόσο σημαντικές συνέπειες όσες είχε η αλλαγή του τρόπου σκέψης κατά τη νεοτερική εποχή, όταν οι επιστήμονες αμφισβήτησαν τη βιβλική περιγραφή ότι η Γη είναι δημιούργημα του Θεού και την αντικατέστησαν με την ιδέα ότι είναι ένα υπόλειμμα του Ήλιου, το οποίο πάγωνε για αιώνες και έγινε η δεξαμενή των πόρων για την εξέλιξη της ζωής είχε ως συνέπεια ένα σκληρό ανταγωνισμό για τους πόρους της Γης, καταδικάζοντας τα είδη σε έναν αέναο αγώνα επικράτησης και αναπαραγωγής.

Η άποψη των κοινωνικών ότι η φύση είναι ένα πεδίο μάχης, όπου το κάθε έμβιο ον πολεμάει τα υπόλοιπα για να ιδιοποιηθεί όσο το δυνατόν περισσότερους από τους πόρους της Γης για τον εαυτό του και στους απογόνους του, υιοθετήθηκε από τα έθνη και εκφράστηκε στην πορεία της ιστορίας με τη μορφή της γεωπολιτικής. Η διαρκής διεξαγωγή πολέμων και η επαναχάραξη των συνόρων αποσκοπούσαν στην απόκτηση πρόσβασης στα ορυκτά καύσιμα -και άλλους πολύτιμους πόρους-, που αποτελούσαν τον κινητήριο μοχλό της Πρώτης και της Δεύτερης Βιομηχανικής Επανάστασης.

Αντίθετα, οι νέες επιστημονικές θεωρίες βλέπουν την εξέλιξη της ζωής και την εξέλιξη της γεωχημείας του πλανήτη ως μια συνδημιουργική διαδικασία προσαρμογής, η οποία διασφαλίζει τη συνέχιση της ζωής μέσα στη βιόσφαιρα της Γης. Οι οικολόγοι υποστηρίζουν ότι τόσο αυτές οι σχέσεις συνέργειας και συμβίωσης ανάμεσα στα είδη, όσο και οι ανταγωνιστικές και επιθετικές ορμές συμβάλλουν στη διασφάλιση της επιβίωσης κάθε ζωντανού οργανισμού.

Η μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα στις κατανεμημένες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα επανακαθορίσει την έννοια των διεθνών σχέσεων, προσανατολίζοντας τες  προς τον οικολογικό τρόπο σκέψης. Επειδή οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στις οποίες βασίζεται η Τρίτη Βιομηχανική Επανάσταση είναι άφθονες, συναντώνται παντού και μοιράζονται εύκολα, αλλά απαιτούν τη συλλογική επιμέλεια των οικοσυστημάτων της Γης, μειώνονται οι πιθανότητες διεξαγωγής πολέμων για την απόκτηση πρόσβασης σε αυτές, ενώ αυξάνονται οι πιθανότητες μιας παγκόσμιας συνεργασίας. Στη νέα εποχή, η επιβίωση δε θα βασίζεται στον ανταγωνισμό αλλά στη συνεργασία, δε θα είναι συνώνυμη με την επίτευξη της αυτονομίας αλλά με την επιδίωξη της ενσωμάτωσης. Αν η Γη λειτουργεί σαν ένας ζωντανός οργανισμός που αποτελείται από στρώματα αλληλεξαρτώμενων οικολογικών σχέσεων, τότε η επιβίωση μας εξαρτάται από την αμοιβαία διασφάλιση της ευημερίας των παγκόσμιων οικοσυστημάτων των οποίων αποτελούμε όλοι μέρος. Αυτό είναι το βαθύτερο νόημα της βιώσιμης ανάπτυξης και η ουσία της πολιτικής της βιόσφαιρας.

Η πολιτική της βιόσφαιρας διευκολύνει μια τεκτονική μετατόπιση στο πολιτικό τοπίο, καθώς αρχίζουμε να διευρύνουμε το οπτικό μας πεδίο και να σκεφτόμαστε ως παγκόσμιοι πολίτες μιας κοινής βιόσφαιρας. Τα παγκόσμια δίκτυα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα παγκόσμια δίκτυα υγείας, τα παγκόσμια δίκτυα ανθρωπιστικής βοήθειας, οι παγκόσμιες τράπεζες διατήρησης φυτικών γενετικών σπόρων, οι παγκόσμιες τράπεζες ειδών διατροφής, τα παγκόσμια δίκτυα πληροφόρησης, τα παγκόσμια περιβαλλοντικά δίκτυα και τα παγκόσμια δίκτυα προστασίας των ειδών αποτελούν ισχυρές ενδείξεις της ιστορικής μετατόπισης από τη γεωπολιτική στην πολιτική της βιόσφαιρας.

Καθώς οι ανθρώπινοι πληθυσμοί θα αρχίσουν να μοιράζονται τις "πράσινες" μορφές ενέργειας σε ηπειρωτικά οικοσυστήματα, να πραγματοποιούν εμπορικές συναλλαγές στο πλαίσιο ενοποιημένων ηπειρωτικών οικονομιών και να θεωρούν ότι είναι πολίτες ηπειρωτικών πολιτικών ενώσεων, η αίσθηση ότι ανήκουν σε μια μεγάλη ανθρώπινη οικογένεια θα ενισχύει το σταδιακό αναπροσανατολισμό από τη γεωπολιτική στην πολιτική της βιόσφαιρας. Στο βαθμό που θα μαθαίνουμε να μοιραζόμαστε τις ζωές μας, θα αυξα΄νεται η επίγνωση μας ότι ζούμε σε μια κοινή βιόσφαιρα.

Αν είναι δύσκολο να φανταστείτε μια τέτοια αλλαγή, αναλογιστείτε πόσο παράλογες θα πρέπει να θεωρούσαν ένας φεουδάρχης, οι ιππότες του και οι δουλοπάροικοι του έννοιες όπως τη μισθωτή εργασία, τις εθνικές αγορές ή την πολιτική αυτεξουσιότητα - έννοιες των οποίων ο συνεκτικός ιστός είναι ένα σύνολο δικαιωμάτων και ελευθεριών και η αίσθηση της εθνικής αφοσίωσης.

Όπως και κάθε άλλη οικονομική επανάσταση που προηγήθηκε, η Τρίτη Βιομηχανική Επανάσταση θα μεταβάλει πολλές από τις βασικές πεποιθήσεις μας για τον τρόπο που λειτουργεί ο κόσμος.Στο βαθμό που οι θεσμοί διακυβέρνησης θα αποκτούν νέες μορφές, το ίδιο θα συμβαίνει και με τους επιστημονικούς κλάδους.

Έχει περάσει σχεδόν μισός αιώνας από τότε που άρχισα να παρακολουθώ το μάθημα της "Εισαγωγής στην Οικονομική Θεωρία" στη Σχολή Οικονομίας και Εμπορίου Γουόρτον του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια. Στη διάρκεια των πενήντα ετών που μεσολάβησαν, συντελέστηκαν τεράστιες αλλαγές στον τρόπο που λειτουργεί η οικονομία - οι περισσότερε από τις οποίες δεν περιλαμβάνονται στα τυποποιημένα οικονομικά εγχειρίδια. Η κάποτε αδιαμφισβήτητη ιδέα της απεριόριστης οικονομικής μεγέθυνσης αντικαταστάθηκε από την έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης. Η συμβατική, ιεραρχική και συγκεντρωτική οργάνωση των οικονομικών δραστηριοτήτων, η οποία χαρακτήριζε την Πρώτη και τη Δεύτερη Βιομηχανική Επανάσταση που βασίζονταν στα ορυκτά καύσιμα, αμφισβητείται από τα νέα κατανεμημένα και συνεργατικά οργανωτικά μοντέλα που συνοδεύουν την Τρίτη Βιομηχανική Επανάσταση. Οι καθαγιασμένες ανταλλαγές στις αγορές έχουν εν μέρει υποκατασταθεί από την κοινή πρόσβαση σε εμπορικές υπηρεσίες μέσω ανοικτών δικτύων. Οι εθνικές αγορές και τα έθνη-κράτη, που κάποτε αποτελούσαν το χώρο όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων, αντικαθίστανται από ηπειρωτικές αγορές και ηπειρωτικές μορφές διακυβέρνησης. Λόγω αυτών των εξελίξεων, η οικονομική επιστήμη -όπως, τουλάχιστον, διδάσκεται σήμερα- αδυνατεί να εξηγήσει το παρελθόν, να περιγράψει το παρόν και να προβλέψει το μέλλον.

Παρόλο που τα τελευταία χρόνια έχει γίνει υπερβολική κατάχρηση του όρου "αλλαγή παραδείγματος", πιστεύω πως είναι ο καταλληλότερος για να περιγράψει για να περιγράψει όσα συμβαίνουν σήμερα στο πεδίο της οικονομικής θεωρίας. Η μελλοντική οικονομική θεωρία και οι μελλοντικές κατευθυντήριες αρχές των οικονομικών πρακτικών θα διαφέρουν ριζικά από τις σημερινές , όσο διέφεραν οι ιδέες των θεωρητικών της αγοράς από τη φιλοσοφία της "δίκαιης τιμής" που κυριαρχούσε στο εμπόριο και στις συναλλαγές κατά τον ύστερο Μεσαίωνα.

Ο βιοχημικός Τζόζεφ Χέντερσον είχε κάποτε παρατηρήσει ότι η "επιστήμη οφείλει στην ατμομηχανή περισσότερα απ' όσα η ατμομηχανή οφείλει στην επιστήμη". Με άλλα λόγια, πολύ συχνά οι αφηρημένες ιδέες μας δεν είναι παρά εξηγήσεις των τεχνολογικών εφαρμογών που ήδη χρησιμοποιούμε. Όταν μετά από πενήντα χρόνια θα κοιτάμε τη σημερινή εποχή, θα λέμε το ίδιο για τις τεχνολογίες της Τρίτης Βιομηχανική Επανάστασης και τη νέα οικονομική θεωρία που θα τις συνοδεύει.

Jeremy Rifkin, Η Τρίτη Βιομηχανική Επανάσταση