Πουλί πτωματοφάγο, μάλιστα ήταν το πρώτο πουλί που προστατεύτηκε με νόμο από τους Φαραώ, λόγω της σημαντικής του συμβολής στον ’καθαρισμό’ πτωμάτων ζώων και η θανάτωσή του τιμωρούνταν με θάνατο του δράστη.
Στην Ελλάδα, τουλάχιστον 19 ονόματα έχουν δώσει οι κάτοικοι της υπαίθρου στον μικρόσωμο αυτό γύπα. Στη Θεσσαλία τον λένε «χελωνοφάη», αφού αγαπημένη του τροφή αποτελούν οι χελώνες και είναι το μόνο πουλί που καταφέρνει να τις φάει ζωντανές, τρυπώντας τις από το πίσω μέρος με το ράμφος του. Η παρουσία του ασπροπάρη στους λόφους, τους μικρούς κάμπους, τις χαράδρες, ακόμα και μέσα ή γύρω από τα χωριά σε πολλά μέρη της ηπειρωτικής Ελλάδας, ήταν πολύ διαδεδομένη έως σχετικά πρόσφατα. Στη δεκαετία του ’80 ο συνολικός αναπαραγόμενος πληθυσμός του είδους έφτανε τα 200-250 ζευγάρια με τη μεγαλύτερη συγκέντρωσή του στην περιοχή των Μετεώρων. Δύο δεκαετίες αργότερα ο ασπροπάρης δεν αριθμούσε πάνω από 30-50 ζευγάρια σε πανελλαδικό επίπεδο, ενώ σήμερα ο συνολικός αναπαραγωγικός πληθυσμός του είδους δεν ξεπερνά τα 15 ζευγάρια σε όλη την Ελλάδα.
Η μεγαλύτερη απειλή για τον ασπροπάρη, καθώς και για όλα τα είδη πουλιών που τρέφονται με νεκρά ζώα, είναι τα δηλητηριασμένα δολώματα τα οποία καταναλώνονται από τον ασπροπάρη και τους υπόλοιπους γύπες, αποτελώντας έτσι την κυριότερη αιτία θνησιμότητάς τους. Οι γύπες δεν έχουν φυσικούς θηρευτές.
Στα Μετέωρα επιζούν μόλις τρία ζευγάρια στις φωλιές τους, ’σφηνωμένες’ σε απόκρημνα βράχια. Την άνοιξη ξεκινάει η αναπαραγωγική περίοδος απ’ όπου γεννιέται συνήθως ένα μικρό που είναι έτοιμο να μεταναστεύσει στην Αφρική στις αρχές Σεπτέμβρη.
Ο ασπροπάρης έχει συνδεθεί με μύθους, θρύλους, παραδόσεις και μαντικές πράξεις στις ορεινές κοινότητες της χώρας μας. Είναι ο μόνος γύπας στο κόσμο που μεταναστεύει και οι χωρικοί πιστεύουν ότι κουβαλάει στην πλάτη του τον κούκο φέρνοντας την άνοιξη και την καλοτυχία καθορίζοντας με τη μαγική του παρουσία την υγεία και την προκοπή των κτηνοτρόφων, το πήξιμο του γιαουρτιού, την παραγωγή του τυριού, ενώ συμμετέχει σε γάμους, ακόμη και «τσουράπια» φέρνει στα παιδιά. Συνδέεται πολύ με τον άνθρωπο και τις δραστηριότητές του, σχεδόν πάντοτε φώλιαζε σε βράχια δίπλα σε κωμοπόλεις, χωριά, και οικισμούς, ακόμη και δίπλα στις στάνες.
Από τους τέσσερις συνολικώς γύπες που συναντώνται στη χώρα μας, περιμένει υπομονετικά τη σειρά του δίπλα στα ψοφίμι να τελειώσουν το γεύμα τους οι μεγάλοι γύπες για να ξεκοκαλίσει το υπολείμματα. Τρέφεται με οτιδήποτε νεκρό, από ψάρια και φάλαινες μέχρι και ψοφίμια του ίδιου του είδους του. Τρώει σάπια φρούτα, αλλά και ζωντανά έντομα που πιάνει στον αέρα εντοπίζοντας τα με την οξύτατη όρασή του, αφού αναγνωρίζει αντικείμενα 4-8 εκατοστών από ύψος 1000 μέτρων! Συναγωνίζεται στις παραξενιές τον πλησιέστερο του συγγενή Γυπαετό, καθώς και αυτός βάφεται λίγο και αντί για κόκαλα τρώει (συμπληρωματικά) κόπρανα από αγελάδες, γίδια και πρόβατα! Η μυστηριώδης για τους επιστήμονες αυτή συνήθεια, βρέθηκε ότι συντελεί στην πρόσληψη καροτενοειδών, ειδικών ουσιών που δίνουν το έντονο κίτρινο γυμνό δέρμα του προσώπου, δείγμα κυριαρχίας (όπως το κόκκινο στο μάτι του Γυπαετού), σημαντικό γνώρισμα στην ιεραρχική σειρά των γυπών στην κατανάλωση της τροφής και στις γαμήλιες επιδείξεις.
Είναι ο μικρότερος σε μέγεθος γύπας και ξυπνάει τα χαράματα, νωρίτερα από τα περισσότερα αρπακτικά που περιμένουν τεμπέλικα τα ανοδικά ρεύματα για να πετάξουν. Χρησιμοποιεί πολύ συχνά το φτεροκόπημα, αν και μπορεί να γυροπετάει για ώρες σε ακτίνα 20 περίπου χιλιομέτρων (μέγιστο ως και 70!) από την φωλιά του για να τραφεί. Έχει καταρρίψει και το παγκόσμιο ρεκόρ για την μακρύτερη πτήση διανύοντας 1017 χιλιόμετρα μέσα σε δύο μόνο μέρες διασχίζοντας την Σαχάρα. Τις θεαματικές γαμήλιες πτήσεις θα απολαύσουν όσοι ψάξουν να εντοπίσουν τα αναπαραγωγικά ζευγάρια νωρίς την άνοιξη, (τέλη Μάρτη με αρχές Απρίλη) θαυμάζοντας τις βουτιές από μεγάλο ύψος όταν τα δύο πουλιά είναι συνεχώς μαζί ζευγαρώνοντας μάλιστα καθημερινά. Ασυνήθιστο για γύπα, μπορεί να γεννήσει ως και τρία αυγά, ενώ οι νεοσσοί θα πετάξουν αργότερα από κάθε άλλο αρπακτικό, στο τέλος Αυγούστου και τον πρώτο καιρό θα συντροφεύουν τους γονείς τους ψάχνοντας μαζί τους για τροφή, ενώ σύντομα θα εγκαταλειφθούν για να μεταναστεύσουν μοναχοί στην Αφρική όπου θα μείνουν τα πρώτα χρόνια της ζωής τους.
Είναι αξιοπερίεργο λοιπόν πως ένα είδος τόσο κοινό και με τέτοια εξυπνάδα που φώλιαζε σε όλες τις παρυφές των πεδιάδων της χώρας με εκατοντάδες να συγκεντρώνονται ακόμη και πριν 2 δεκαετίες στους σκουπιδότοπους δεν τα καταφέρνει να επιβιώσει στο 21ο αιώνα! Εδώ έχουμε δυστυχώς πάλι την επιβεβαίωση «της τραγωδίας των κοινών ειδών» που αναφέρεται σε κοινότατα είδη που ξαφνικά οι πληθυσμοί τους καταρρέουν. Υπεύθυνη για αυτό είναι η ριζική αλλαγή του τρόπου ζωής μας ιδιαίτερα στις αγροτικές περιοχές της Ευρώπης με την εντατικοποίηση της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, την εξαφάνιση των λιβαδικών εκτάσεων στα πεδινά και την μείωση της εκτατικής κτηνοτροφίας. Η εκμηχάνιση σήμανε τη δραματική μείωση του πληθυσμού των ζώων φόρτου και η ανάγκη για την αντιμετώπιση ασθενειών την υποχρεωτική ταφή των νεκρών ζώων, την υποχρεωτική καύση όλων των ζωικών αποβλήτων από τα σφαγεία καθώς και το κλείσιμο των χωματερών.
Η αύξηση της απευθείας θνησιμότητας οφείλεται κυρίως στη απευθείας δηλητηρίαση από «φόλες» που χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση σαρκοφάγων, τα αντιβιοτικά που χορηγούνται σωρηδόν στα σταβλισμένα ζώα και οδηγούν στην κατάρρευση του ανοσοποιητικού συστήματος των πουλιών, τα αρουραιοκτόνα με τα οποία ψεκάζονται οι σκουπιδότοποι στο εξωτερικό, τα αγροχημικά και η μολυβδίαση. Ακόμη αναφέρονται περιπτώσεις σύγκρουσης με ανεμογεννήτριες, καλώδια υψηλής τάσης και πυλώνες μεταφοράς ρεύματος. Το εκρηκτικό μίγμα συμπληρώνεται και με την ενόχληση από την κατασκευή μεγάλων τεχνικών έργων κοντά στις θέσεις φωλιάσματος.
Πριν λίγα μόλις χρόνια, οι Ασπροπάρηδες αποτελούσαν κοινό θέαμα στα Μετέωρα…
Δυστυχώς ένας ενήλικος Ασπροπάρης βρέθηκε την Πέμπτη 16 Ιουλίου 2015 από ερευνητές της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας δηλητηριασμένος στη φωλιά του στην περιοχή των Μετεώρων. Παραμένει άγνωστο τί έχει απογίνει το ταίρι του το οποίο απουσιάζει από την επικράτεια του ζευγαριού από τις 13 Ιουλίου. Για τρεις συνεχόμενες ημέρες δεν είχε παρατηρηθεί το ζευγάρι στην περιοχή, οπότε και έγινε καταρρίχηση στη φωλιά όπου βρέθηκε δηλητηριασμένο, όπως δείχνουν όλα τα μέχρι τώρα στοιχεία, το ένα από τα δύο μέλη του ζευγαριού. Κι όμως πριν λίγα μόλις χρόνια, οι Ασπροπάρηδες αποτελούσαν κοινό θέαμα στην ελληνική ύπαιθρο, ενώ η περιοχή των Μετεώρων φιλοξενούσε τη μεγαλύτερη συγκέντρωση αναπαραγόμενων Ασπροπάρηδων στην Ελλάδα, πιθανόν και στα Βαλκάνια. Κύρια αιτία για τη δραματική αυτή μείωση είναι η παράνομη, αλλά ωστόσο ευρεία χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων στην ελληνική ύπαιθρο.