Η δεύτερη πυρπόληση της Καλαμπάκας

Το φως των φωτοβολίδων, σημείο κατάληψης της Καλαμπάκας, ακολούθησαν οι πρώτες φλόγες στα σπίτια, που άρχισαν να πυρπολούνται κι ακολούθησε το κάψιμο και των υπολοίπων. Φλόγες τεράστιες, γλώσσες πύρινες μυριάδες, σαν από κόλαση φωτιάς, υψώνονταν ως τα ουράνια όλη τη νύχτα εκείνη. Και φώτιζαν τραγικά τους βράχους των Μετεώρων, που μόνον αυτοί έμειναν ορθοί, γιγάντιοι, ακατάβλητοι απ' τους χιτλερικούς δαίμονες, να μοιάζουν παράξενα, απόκοσμα θεριά, ανάμεσα στα σύννεφα καπνού. Ήταν ένα θέαμα δύσκολο να περιγραφεί.

Το πρωινό της άλλης μέρας βρήκε την πόλη ολοκληρωτικά κατεστραμμένη να κείτεται σε ερείπια. Και τα χαλάσματά της έχασκαν απαίσια και φριχτά στη μορφή τους. Η παλιά Καλαμπάκα με τα παραδοσιακά σπίτια και την γραφικότητα που εντυπωσίαζε τόσο τους ξένους τουρίστες, ώστε δεν έπαυαν να την θαυμάζουν, να την αποτυπώνουν σε ζωγραφιές και να την φωτογραφίζουν, αφανίσθηκε.

Κάποιοι Καλαμπακιώτες δεν πρόλαβαν ν' απομακρυνθούν από τον τόπο της καταστροφής καθώς ήταν ανήμποροι και άρρωστοι, και τους εκτέλεσαν οι Γερμανοί που τους βρήκαν στο δρόμο τους πίσω απ' τα βράχια. Τα άψυχα σώματά τους περισυνέλεξαν οι δικοί τους λίγες μέρες αργότερα.

Μετά την πυρπόληση της Καλαμπάκας οι Γερμανοί συνέχισαν τις εκκαθαριστικές τους επιχειρήσεις προς την περιοχή της Πίνδου. Απ' τα χίλια και πάνω οικοδομήματα λίγα μόνο γλίτωσαν από τη γερμανική πυρομανία. Αυτά τα χρησιμοποίησαν οι ίδιοι οι κατακτητές και εγκατέστησαν φρουρές μέχρι τέλους του πολέμου. Η Καλαμπάκα έγινε κέντρο υποδοχής των διερχομένων Γερμανών από και προς την Ήπειρο και Θεσσαλία.

Εκείνη την εποχή ακόμα κι όλα τα δέντρα της αγροτικής περιφέρειας Καλαμπάκας κόπηκαν απ' τους Γερμανούς και μεταφέρθηκαν στα Τρίκαλα και σ' άλλες θεσσαλικές γερμανοκρατούμενες πόλεις.