Στις μέρες μας, δυστυχώς, οι ανοιχτές κοινωνίες αντιμετωπίζουν ορισμένα προβλήματα που τείνουν να δηλητηριάζουν σε μεγάλο βαθμό τη ελληνική δημοκρατία. Κάποια από τις πληγές αυτές είναι ο λαϊκισμός, ο ρατσισμός και ο νεοσυντηρητισμός. Τους πολίτες, τα κέντρα λήψης αποφάσεων και αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία χωρίζει ένα μεγάλο χάσμα. Προκειμένου, λοιπόν, το χάσμα αυτό να μικρύνει είναι σημαντικό ζητούμενο να "δημιουργηθεί" ένας ενδιάμεσος χώρος ανάμεσα στους παραπάνω, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπιστούν ζωτικής σημασίας κοινωνικά προβλήματα.
Τη βασικότερη διέξοδο αποτελεί η ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας. Σε ένα σύστημα ιδιωτικοποίησης της επικοινωνιακής πολιτικής και ενός μείγματος κρατισμού των αντιπροσωπευτικών δεσμών, δεν μένουν πολλά περιθώρια δράσης στις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και στους ενεργούς πολίτες.
ΑΝΤΙΠΑΛΟΣ ΤΗΣ ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Είναι γνωστό πλέον πως ζούμε σε μία εποχή, όπου κυριαρχεί η επικοινωνιακή ολιγαρχία, η οποία είναι σε άμεση εξάρτηση με την οικονομική ολιγαρχία και τον κρατισμό. Πρόκειται για ένα καθεστώς, το οποίο φέρει ορισμένες συνέπειες που είναι οι εξής:
• Παραγωγή πολιτικού αποκλεισμού και αποτροπή της συμμετοχικότητας
• Σφετερισμό της αντιπροσώπευσης
• Μετατροπή του πολίτη σε πελάτη του πολιτικού συστήματος
• Διόγκωση των κοινωνικών και οικονομικών ανισοτήτων τις κοινωνικές
• Άνοδος της ασημαντότητας στην επικοινωνιακή, πολιτική, και πολιτιστική μας κουλτούρα.
Η οριζόντια επικοινωνία των κοινωνικών δικτύων και των συλλογικών οργανώσεων στη βάση της κοινωνίας θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η μοναδική λύση στην υποβάθμιση της πολιτικής συμμετοχικότητας και στην παθητικότητα του πολίτη.
Ο πολιτικός ολοκληρωτισμός, που συχνά γίνεται καθ' υπερβολή της κριτικής η οποία ασκείται, θα ήταν καλό να μην συγχέεται με τη μιντιοκρατία. Αυτό που μας ενδιαφέρει να επισημανθεί είναι η παθητικοποίηση της δημοκρατίας που λαμβάνει χώρα. Και δυστυχώς αυτό γίνεται υπό την έγκριση των κομμάτων, που συχνά δημιουργούν μία λανθασμένη εντύπωση στους πολίτες, ότι δήθεν δεν είναι σε θέση να ελέγξουν την παντοδυναμία των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Όμως, η πραγματικότητα είναι πως μέχρι και το κομματικό σύστημα είναι υπό τον έλεγχο της οικονομικής ολιγαρχίας των Μ.Μ.Ε. και των συμφερόντων της. Τούτο είναι γνωστό πως συμβαίνει με το γεγονός ότι τα επικοινωνιακά προγράμματα ανατίθενται σε μεγάλες διαφημιστικές εταιρείες, για την εξυπηρέτηση ορισμένων απώτερων σκοπών. Για σκοπούς όπως μετρήσεις της κοινής γνώμης και εν γένει δημοσκοπήσεων, τη στιγμή που διατίθενται ασήμαντα ποσά για τους θεσμούς της επικοινωνιακής αλληλεπίδρασης με τους πολίτες.
Όλα τα παραπάνω συνεπάγονται στο γεγονός ότι ένα κόμμα δεν αντιμετωπίζει "προβλήματα", εφόσον ταυτίζεται με την οικονομική ολιγαρχία. Είναι αντιφατικό δηλαδή, κόμματα, τα οποία θεωρούνται υπέρ της κοινωνικής ανάπτυξης και σύγκλισης, να κάνουν τόσα έξοδα για δημοσκοπήσεις, καθώς και για διαφήμιση, που κατά κόρον διαμορφώνει η κουλτούρα της ολιγαρχίας των μέσων ενημέρωσης, καθώς και τα διαπλεκόμενα συμφέροντα.
Η Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις διαδραματίζουν ένα σημαίνοντα ρόλο στην περιεκτικότητα της Κοινωνίας των Πολιτών που ανταποκρίνεται στη συμμετοχική δημοκρατία. Ο ρόλος αυτός σχετίζεται με τις συλλογικότητες που λειτουργούν ανοικτά στην κοινωνία με ανθρωπιστικά κριτήρια, με στόχο την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων. Η περιεκτικότητα της Κοινωνίας των Πολιτών παρουσιάζει άμεση εξάρτηση από την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας, ιδίως στην τοπική οικονομία, από την ανάδειξη του συνεργατισμού και του μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ενός σημαντικού τμήματος οικονομικής δραστηριότητας στην υγεία, την οικολογία, τη μόρφωση, την κοινωνική φροντίδα, την οριζόντια επικοινωνία των πολιτών, και τον πολιτισμό.
Εν γένει, οι Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις και σε ευρύτερο επίπεδο οι θεσμοί αλληλεγγύης και οι δημιουργικές κοινότητες πολιτών όχι μόνο έχουν συμπληρωματική λειτουργία στα πλαίσια του κράτους, κάνοντας φιλανθρωπικό έργο, όπως σε πολλές περιπτώσεις κάνουν οι παραδοσιακοί θεσμοί φιλανθρωπίας όπως η εκκλησία, αλλά συμβάλλουν στον περιορισμό των γραφειοκρατικών μηχανισμών του κράτους και στην αυθαιρεσία της εξουσίας. Επίσης αναπτύσσουν την ανεξάρτητη δημιουργικότητα των πολιτών, υπερασπίζοντας τα ανθρώπινα δικαιώματα, και μειώνοντας το δημοκρατικό έλλειμμα και τις κοινωνικές ανισότητες
Παρόλες τις αντιξοότητες στη σχέση κομμάτων και Μ.Κ.Ο., είναι δυνατόν να χτιστεί μία νέα δημιουργική σχέση, εφόσον το κόμμα αυτοπεριοριστεί και από θεσμός συγκέντρωσης εξουσίας αναδειχθεί περισσότερο σε ρυθμιστικό πολιτικό θεσμό και σε θεσμό μόρφωσης και επικοινωνίας, αποκεντρώνοντας την εξουσία, και διαχέοντας την κρίσιμη και χρηστική πληροφόρηση στην κοινωνία. Η μόνη διέξοδος στα μεγάλα πολιτικά προβλήματα της απασχόλησης, της κοινωνικής πρόνοιας και της αδυναμίας να καταπολεμηθεί η φτώχεια είναι ο αυτοπεριορισμός του κόμματος και του κράτους.
Όταν όμως το κόμμα, ως ενδιάμεσος θεσμός της κοινωνίας, δεν είναι σε θέση να προωθήσει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, και το κράτος δεν μπορεί να εξασφαλίσει κοινωνική φροντίδα και απασχόληση για όλους, τότε αυτό που χρειάζεται να γίνει είναι η ενίσχυση των θεσμών αλληλεγγύης στην Κοινωνία των Πολιτών.
Η κομματική γλώσσα, η θεωρία, καθώς και το μοντέλο της κομματικής επικοινωνίας είναι τρεις από τους παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η ποιότητα της συμμετοχικής δημοκρατίας. Η κομματική εξουσιαστική γλώσσα μέσω της παντοδυναμίας του κόμματος και του κράτους είναι η γραφειοκρατική απωθητική γλώσσα που αποξενώνει τον πολίτη από την πολιτική, που περιέχει ορολογίες ξένες από την καθημερινή ζωή, ορολογίες απόκρυψης σημασιών και αποξένωσης από το πολιτικό πράττειν.
Για τους παραπάνω λόγους λοιπόν, αυτό που είναι αναγκαίο είναι να δημιουργηθεί ένα διαφορετικό μοντέλο ανοικτού διαλόγου και οριζόντιας επικοινωνίας ανάμεσα στους πολίτες και στο κόμμα. Το μοντέλο αυτό θα πρέπει να αναδεικνύει την επιμορφωτική δημιουργική επικοινωνία και τη χρηστική ενημέρωση για την αυτοοργάνωση σε τοπικό επίπεδο. Μία ονομασία που θα ταίριαζε στο εν λόγω μοντέλο είναι κόμβος ανοικτής ελεύθερης επικοινωνίας με τους πολίτες και τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις.