Η μεγάλη κρίση στη βιομηχανία της διασκέδασης (η ασύμμετρη απειλή του κορωνοϊού)

  • Γράφει ο Βασίλης Τακτικός

Η μεγαλύτερη βιομηχανία της δύσης είναι η «βιομηχανία» της εμπορευματικής διασκέδασης. Κατέχει το 1/3 περίπου της οικονομικής δραστηριότητας. Μεγάλο της κομμάτι είναι η διασκέδαση της νύκτας και του τζόγου. Κάθε θέαμα και μαζικό αθλητικό γεγονός. Κομμάτι της είναι επίσης και η βιομηχανία του τουρισμού. Αυτή την βιομηχανία πλήττεται πρώτα από όλα από τα περιοριστικά μέτρα το κορωνοϊού και κατόπιν έρχεται σε απώλειες η βιομηχανία των ορυκτών  καυσίμων (πετρελαϊκές).  Αντίθετα, είναι προφανές ότι μικρές  είναι οι απώλειες στην αγροτική παραγωγή και τα εργοστάσια συγκριτικά με την κατάρρευση μιας βιομηχανίας η οποία απαιτεί μαζική συνεύρεση στη  διασκέδαση  για να λειτουργήσει.


Όπως εμπειρικά διαπιστώνεται  η εργασία ως βασικός συντελεστής της οικονομίας  δεν απειλείται στον ίδιο βαθμό και ένα σημαντικό της  κομμάτι την ψηφιακή εποχή μπορεί να γίνει από το σπίτι. Αντίθετα η μαζική εμπορευματική διασκέδαση δεν μπορεί να γίνει από το σπίτι, αλλά και αν γίνει χάνει τον οικονομικό – εμπορευματικό της χαρακτήρα. Μαζί χάνεται και ένα πολύ σημαντικό ποσοστό στο ΑΕΠ της κάθε χώρας. Αυτή η απώλεια ωστόσο δεν πλήττει κατ΄ανάγκη όλους τους παραγωγικούς τομείς της οικονομίας όπως σε αντίθεση  συμβαίνει με  τον αγροδιατροφικό, τον βιομηχανοπαραγωγικό και τον δημόσιο τομέα των υπηρεσιών. Έχει επιπτώσεις βέβαια στη μείωση της απασχόλησης, στη μείωση των δημόσιων εσόδων από την φορολογία αλλά δεν πεθάνει κι ο κόσμος από την πείνα, δεν θα έλθει η συντέλεια το κόσμου.

Τα υπόλοιπα 2/3 της οικονομίας μπορούν να λειτουργούν ακόμη και κάτω από περιοριστικά μέτρα. Γιατί όμως επικρατεί τέτοιος πανικός στα οικονομικά επιτελεία του συστήματος για μια κρίση που σε δυο χρόνια το πολύ, μπορεί σύμφωνα με τις προβλέψεις να ξεπεραστεί ταυτόχρονα με την αντιμετώπιση του κορωνοϊού;

Η απάντηση είναι πιο περίπλοκη από ότι αρχικά φαίνεται. Το πρόβλημα είναι η αναδιάταξη των πόρων και των προτεραιοτήτων που θα επιφέρει στο οικονομικό μείγμα πολιτικής.

Οι κυβερνήσεις αυτή την εποχή είναι εκ των πραγμάτων αναγκασμένες να επενδύσουν στην υγεία και τις κοινωνικές υποδομές και σχεδόν καθόλου στη βιομηχανία της διασκέδασης, ο οποίος ήταν ένας προνομιακός χώρος για κερδοσκοπικούς αλλά και πολύ σημαντικός για «ιδεολογικούς» λόγους.

Από τη βιομηχανία της διασκέδασης και τουρισμού έχουν μεγάλα κέρδη οι τράπεζες και οι κατασκευαστικές εταιρείες και οι μεταφορές που ανήκουν εξολοκλήρου στον ιδιωτικό τομέα. Αντίθετα ο τομέας υγείας για παράδειγμα και η παιδεία ανήκουν κατά το μεγαλύτερο μέρος στο δημόσιο. Επομένως μια ιδεολογία που υποστηρίζει οτιδήποτε ιδιωτικό έχει πρόβλημα με αυτές τις αντικειμενικές  εξελίξεις. Ο κυριότερος όμως και ανομολόγητος λόγος είναι, ότι η βιομηχανία της διασκέδασης, αιχμαλωτίζει την σκέψη σε ένα ελκυστικό τρόπο ζωής που αρμόζει στον  ιδιώτη και υπνωτίζει τον πολίτη.

Οι ορμόνες της χαράς, οι ντοπαμίνες και ενδορφίνες στην προκειμένη περίπτωση κινητοποιούνται με τεχνητό τρόπο με υλικά ερεθίσματα και άφθονο αλκοόλ κάτι που είναι το αντίστοιχο «άρτος και θεάματα» στην εποχή μας. Ελάχιστοι πολιτικοί αναλυτές έχουν ασχοληθεί με αυτή την πλευρά του καπιταλισμού και τη βιομηχανία της διασκέδασης τα τελευταία 50 χρόνια. Θα πρέπει να πάμε αρκετά πίσω και στη σχολή της Φρανκφούρτης και τον βασικό της εκπρόσωπο τον Μαρκούζε για βρούμε μια κριτική στο μαζική βιομηχανοποιημένη κουλτούρα. Η διάκριση του υλικού από τον πνευματικό πολιτισμό είναι βέβαια ότι ο πνευματικός ως δημιουργία δεν βιομηχανοποιείται.

Οι ορμόνες της χαράς είναι ασφαλώς αναγκαίες για να μη πέσει μια κοινωνία στην κατάθλιψη, αλλά επειδή αυτές οι ορμόνες παράγονται από τον εγκέφαλο μπορούν να προκληθούν και με άλλο πιο πνευματικό τρόπο αυτό έκανε π.χ. η εκκλησία για αιώνες πριν την βιομηχανία της διασκέδασης.

Ο Μαρξ χαρακτήρισε τη θρησκεία σαν το «όπιο του λαού», που να ήξερε όμως ότι ο καπιταλισμός θα βρει ένα πιο αποτελεσματικό τρόπο να υπνωτίζει τον λαό τη μαζική κουλτούρα και τη βιομηχανική διασκέδαση. Ένα σημαντικό μέρος του μισθού του εργαζόμενου δεν θα πηγαίνει πλέον  μόνο για τον άρτο, αλλά και για το (παντεσπάνι) και για τη διασκέδαση. Καταναλωτική κουλτούρα και βιομηχανική εμπορευματική διασκέδαση αναπτύχθηκαν παράλληλα.

Ο πνευματικός πολιτισμός που δεν τυποποιείται και δεν βιομηχανοποιείται πέρασε σε δεύτερη μοίρα και περιορίστηκε μαζί με την κοινοτική έκφραση.

Το σύγχρονο «όπιο του λαού» η βιομηχανία της διασκέδασης

Το σύγχρονο όπιο του λαού λοιπόν δεν είναι η θρησκεία ( τουλάχιστον στη Δύση) όπως έλεγε ο Μάρξ αλλά  η βιομηχανία της διασκέδασης. Η οικονομική διαμεσολάβηση κάθε είδους κερδοσκοπικών επιχειρήσεων για να διασκεδάσει ο πολίτης ως καταναλωτής. Στον προβιομηχανικό πολιτισμό αλλά και στις αρχές της βιομηχανικής επανάστασης ο αγρότης και ο εργάτης τραγουδούσε και χόρευε δωρεάν μέσα στη κοινότητα, συμμετείχε στα πανηγύρια έκανε γλέντια στο σπίτι του, καλούσε τους συγγενείς και τους γείτονες και ο οικογενειακός προϋπολογισμός ήταν ασήμαντος.

Τον 20ό αιώνα όταν γενικεύτηκε και αυξήθηκε ό εργατικός μισθός ξεφύτρωσαν μια σειρά από επιχειρήσεις διασκέδασης που ταυτίστηκαν με την κοινωνική άνοδο του ατόμου. Το ζήτημα χρήζει ειδικής κοινωνιολογικής και οικονομικής μελέτης ωστόσο δεν έχει απασχολήσει επαρκώς ούτε τους  κοινωνιολόγους ούτε τους οικονομολόγους και ασφαλώς ούτε τους συνδικαλιστές για τη σημασία του στο όλο εκμεταλλευτικό σύστημα.

Η υπεριδεολογία της εκβιομηχάνισης που κυριάρχησε τόσο στη δεξιά, όσο και στην αριστερά, δεν άφησε χώρο κριτικής για τα πολιτιστικά πρότυπα της μαζικής βιομηχανικής κουλτούρας και την οικονομία που αναπτύχθηκε γύρω από αυτά. Το σύστημα ήθελε ευχαριστημένους καταναλωτές και αδιάφορους πολίτες για το πώς αξιοποιούνται οι πόροι.

Η τεχνολογική ανεργία που έχουμε αναλύσει σε άλλο άρθρο και η καταστροφική επίδραση του κορωνοϊού στη βιομηχανία της διασκέδασης έρχεται να διαταράξει συθέμελα το βιομηχανικό μοντέλο που επιβλήθηκε όλη αυτή την περίοδο. Έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι ο πολιτισμός και η πολιτική δεν μπορούν ν΄ασκούνται για πάντα ερήμην του συνειδητοποιημένου πολίτη και της οργανωμένης Κοινωνίας Πολιτών.

The following two tabs change content below.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΑΚΤΙΚΟΣ Ο Βασίλης Τακτικός είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας. Παράλληλα, είναι συντονιστής του Πανελλήνιου Παρατηρητηρίου Κοινωνικής Οικονομίας και εργάζεται ως εμπειρογνώμων σύμβουλος σε σχετικά προγράμματα Τοπικής Ανάπτυξης. Αναφορικά με την Τοπική Αυτοδιοίκηση προωθεί το μοντέλο των «Κοινωνικών Αναπτυξιακών Συμπράξεων» σε συνεργασία με τις Οργανώσεις Κοινωνίας Πολιτών με έμφαση στους τομείς της κοινωνικά υποστηριζόμενης Γεωργίας και κοινωνικών αγροκτημάτων – την αυτονομημένη ενέργεια, τους κοινωνικούς συνεταιρισμούς υγείας, τον βιοτουρισμό – αγροτουρισμό, την πράσινη ανάπτυξη και το περιβάλλον. Διευθύνει την επιστημονική ομάδα Μελετών για την Κοινωνική Οικονομία. Έχει γράψει τα βιβλία: «Θεσμοί και εφαρμογές Κοινωνικής Οικονομίας», «Κοινωνική Οικονομία και Αυτοδιαχείριση. Τοπικές αναπτυξιακές συμπράξεις».

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΩΣ ΑΝΑΓΚΑΙΑ ΣΥΝΘΗΚΗΓΙΑ ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΗΜΟΥΣ

Στο χώρο της Τ.Α είναι γνωστό ότι, μετά την κρίση  μειώθηκε η χρηματοδότηση από εθνικούς πόρους στο 40% του προϋπολογισμού που υπήρχε πριν από την κρίση. Δεδομένων των ανελαστικών υποχρεώσεων της πάγιας λειτουργίας και μισθοδοσίας οι περικοπές έγιναν κυρίως στα αναπτυξιακά έργα. Πολλές υποδομές, κτίρια και δημόσιοι χώροι μένουν ανενεργοί. Από την άλλη πλευρά τα δημοτικά τέλη που χρεώνουν τους δημότες παρέμειναν σταθερά παρά την καθίζηση κατά 25% της οικονομίας. Με αυτά τα δεδομένα οι δημότες βγαίνουν διπλά ζημιωμένοι, πληρώνοντας περισσότερους αναλογικά δημοτικούς φόρους και απολαμβάνοντας λιγότερες κοινωνικές υπηρεσίες.


Ο βασικότερος όμως λόγος που η Τ.Α παραμένει καθηλωμένη είναι το έλλειμμα κοινωνικής και οργανωτικής καινοτομίας που υπάρχει στη χώρα μας σε σχέση με την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας. Η αδυναμία δηλαδή των Δήμων να κινητοποιήσουν και να αξιοποιήσουν τους ανενεργούς υλικούς και ανθρώπινους πόρους που διαθέτουν σε μια σειρά από τομείς. Σε εκτάσεις, κτίρια, αγροκτήματα, σχολάζουσες γαίες, δασικές εκτάσεις, πάρκα, πάγιο εξοπλισμό που θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν μέσω της  την κοινωνικής επιχειρηματικότητας και να  δοθούν ισχυρά κίνητρα για την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Δεδομένου μάλιστα ότι, οι υφιστάμενες  υλικές και ανθρώπινες υποδομές είναι αδύνατο να αξιοποιηθούν με τη  περεταίρω διεύρυνση της μισθωτής εργασίας στο δημόσιο και τους Δήμους, είναι αναγκαίες  οι συνέργειες με τις κοινωνικές επιχειρήσεις ως μόνη εναλλακτική συνθήκη στη παραγωγική ανασυγκρότηση και απασχόληση. Κι αυτό οφείλεται  στη δυνατότητα της κοινωνικής επιχειρηματικότητας να  στηρίζεται στο Κοινωνικό Συνεργατικό Κεφάλαιο κάθε περιοχής, στις επενδύσεις και  συγχρηματοδοτήσεις από το Ευρωπαϊκό κοινωνικό ταμείο και το ΕΣΠΑ, με το πλεονέκτημα της κοινωνικής συμμετοχής που συγκροτεί κοινωνικό κεφάλαιο. Για παράδειγμα οι επιδοτήσεις ανεργίας μπορούν σε μεγάλο βαθμό να γίνουν επιδοτήσεις κοινωνικές επιχειρήσεις πολλαπλασιάζοντας το αποτέλεσμα των εισοδηματικών ενισχύσεων.

Δεδομένου ότι  η πολιτική για την κοινωνική οικονομία στη χώρα μας είναι υποτυπώδης, οι Δήμοι θα μπορούσαν να διεκδικήσουν τους πόρους από το ΕΣΠΑ που αναλογούν στην κοινωνική οικονομία η οποία στο τέλος –τέλος είναι αναγκαία συνθήκη για το όλον της οικονομίας:

–  για την ενίσχυση της Απασχόλησης

–  για την Τοπική Ανάπτυξη και τους Δήμους

–  για το ενεργειακό μέλλον και την αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας.

–  Για τον πολιτισμό και τον εναλλακτικό τουρισμό

–  για την οικολογία και την ποιότητα ζωής

–  Για την ενίσχυση του  κοινωνικού μισθού (παροχές δωρεάν η  με ελάχιστο κόστος)

–  για τον περιορισμό της κερδοσκοπίας και διαφθοράς και  βελτίωση των συστημάτων  υγείας και την παιδείας.

Επιπλέον, για αυτή την υπόθεση αναγκαία συνθήκη είναι   η  προώθηση της δημόσιας διαβούλευσης ώστε, να δημιουργηθούν «Τοπικές Κοινωνικές Συμπράξεις με την Τ.Α, με στόχο  τη βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων, διασφαλίζοντας κοινωνική συναίνεση και ταυτόχρονα ένα αξιοκρατικό σύστημα της Κοινωνικής Οικονομίας.

Στρατηγικοί στόχοι αυτής της πολιτικής για την Κοινωνική Οικονομία είναι αφ΄ενός η ενίσχυση των Κοινωνικών υπηρεσιών των Δήμων και αφ΄ετέρου η ενίσχυση με εναλλακτικά μέσα των κοινωνικών υπηρεσιών της Τοπικής Απασχόλησης.

Αναγκαία προϋπόθεση είναι η καταγραφή των διαθέσιμων πόρων ώστε να λειτουργήσει  ως διαγνωστικό εργαλείο αναγκών των Δημοτικών Συμβουλίων των Δήμων και άλλων τοπικών φορέων για την αξιοποίηση  των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της περιοχής.

Συνίσταται  επίσης για τον συντονισμό και  την κινητοποίηση των ανθρώπινων πόρων, προσφέροντας την  δυνατότητα να πυροδοτήσει το ενδιαφέρον του δραστήριου νεανικού δυναμικού και των τοπικών κοινωνιών στο σύνολό τους, για την εισαγωγή νέων πρωτότυπων στοιχείων στα τοπικά πολιτιστικά δρώμενα με αποτέλεσμα να συσφίξει τους κοινωνικούς δεσμούς και τα κοινωνικά δίκτυα.

Γενικότερα οι προβλέψεις για την Κοινωνική οικονομία σε Ευρωπαϊκό επίπεδο είναι ότι, μπορεί εκτιναχθεί στο ένα 1/3 του συνόλου της οικονομίας τα επόμενα 20-30 χρόνια. Κι αυτό θα συμβεί κατά ανάγκη υπό δύο προϋποθέσεις.  Πρώτον όταν ο κόστος της ενέργειας, της παραγωγής  και των επικοινωνιών συνεχίσει να μειώνεται  στο ελάχιστο.  Όταν το διαδίκτυο επικοινωνίας και το διαδίκτυο των πραγμάτων επιδράσει ακόμη πιο καταλυτικά σε μια σειρά βιομηχανίες όπως έχει επιδράσει σήμερα στις μουσική βιομηχανία, π.χ στη βιομηχανία της εκπαίδευσης της υγείας, στις τράπεζες και τόσους άλλους τομείς.  Και δεύτερον όταν οι όλες οι συλλογικές οργανώσεις της κοινωνίας παίξουν το ρόλο του συλλογικού υποκειμένου της επιχειρηματικότητας σε όλους τους τομείς που προαναφέραμε μέχρι τις τράπεζες και τα αλληλοασφαλιστικά ταμεία.

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση και η τοπική κοινωνία μέσα από αυτή την προσέγγιση και διαδικασία μπορεί να δώσει μια ουσιαστική απάντηση για το μέλλον.*Ο Στέρτσος Χαράλαμπος είναι Κοινωνιολόγος και υποψήφιος Δημοτικός Σύμβουλος στο Περιστέρι με το συνδυασμό «Πέρασμα σε Νέα Σελίδα» του Βασίλη Μουκουβίνα

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΑΡΙΑ ΑΝΘΗ

ΤΙΤΛΟΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΑ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΟΥΣ ΚΡΙΣΕΩΝ

Συνέντευξη  στη Μαρία Σ. Άνθη -Δημοσιογράφο

Βασίλης Τακτικός,

Συντονιστής ου Πανελλήνιου Παρατηρητηρίου

των Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών

https://coopsociety.gr/wp-content/uploads/2022/09/τακτικος-289x300.jpg 289w" sizes="(max-width: 520px) 100vw, 520px" style="height: auto; max-width: 100%; vertical-align: top;">

Ο Βασίλης Τακτικός γνώρισε την μετάβαση της εξέλιξης της δημοσιογραφίας από τις παραδοσιακές εφημερίδες μέχρι την είσοδο του διαδικτύου εργαζόμενος ως δημοσιογράφος.

Τα τελευταία χρόνια  είναι  συντονιστής του Πανελλήνιου Παρατηρητηρίου των Οργανώσεων της Κοινωνίας των πολιτών μας εκθέτει τις απόψεις του για το χώρο.


Ζώντας την Ελληνική πραγματικότητα της παρατεταμένης οικονομικής κρίσης η δική του πρόταση ως απάντηση στη κρίση είναι η   συνεργατικότητα και η κοινωνική οικονομία. Σήμερα, στο χώρο της επικοινωνίας μπορούν να συνεργάζονται πολλοί άνθρωποι από όλο τον πλανήτη, με έναν τρομερό αυτοματισμό, λόγω των νέων τεχνολογιών, του διαδικτύου και των νέων Μέσων ενημέρωσης. Τα νέα μοντέλα πληροφόρησης αναπτύσσουν και τα νέα μοντέλα δημοσιογραφίας σε ένα τοπίο περισσότερο απαιτητικό από παλαιότερα καθώς η παγκόσμια οικονομική κρίση επιβάλει νέες μεθόδους και τακτικές στη διάχυση της πληροφορίας και την επεξεργασία της είδησης. καθώς το διαδίκτυο είναι μια τεράστια τεχνολογική αλλαγή. Η κοινωνία των πολιτών παίζει σημαντικό ρόλο στην πολιτική την διοίκηση και στην επικοινωνία. Πολλές πληροφορίες που κάποιοι δεν θέλουν να έρθουν στην επιφάνεια τις αναδεικνύουν οι οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών. Κοινωνία πολιτών είμαστε όλοι για αυτό μπορούμε να μιλάμε παράλληλα με τη δημοσιογραφία ως επάγγελμα και για δημοσιογραφία πολιτών.!

Κε Τακτικέ υπήρξατε Δημοσιογράφος για πολλά χρόνια και σήμερα είσθε ο συντονιστής του Πανελλήνιου Παρατηρητηρίου των Οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών, θα ήθελα να μας πείτε πώς βλέπετε την Δημοσιογραφία σήμερα έτσι όπως έχει εξελιχθεί, δεδομένου ότι έχει καταργήσει ορισμένα στεγανά του υπήρχαν παλαιότερα ενώ βρισκόμαστε στην Ελλάδα της οικονομικής κρίσης, που όμως αυτή η κρίση εμφανίζεται με την άνοδο των νέων τεχνολογιών κι έτσι έχουμε έναν πλουραλισμό στην ενημέρωση.

Ακριβώς! Μπορεί το επάγγελμα να είναι σε κρίση για πολλούς και διαφόρους λόγους αλλά η ενημέρωση επεκτείνεται και κυρίως μέσω του διαδικτύου. Η Δημοσιογραφία περνάει τις φάσεις εξέλιξης που περνάει και η ίδια η τεχνολογία των μέσων, ξεκινώντας από τις εφημερίδες του τυπογραφείου πριν δύο αιώνες, περάσαμε εδώ και ενάμιση αιώνα περίπου, το ραδιόφωνο και περίπου έναν αιώνα τηλεόραση. Όλα αυτά άλλαξαν άρδην σε κάθε φάση και τη διαμεσολάβηση που γινόταν πάντα μέσω των δημοσιογράφων. Το επάγγελμα γνώρισε την τελευταία του άνθηση πριν από περίπου εικοσιπέντε χρόνια στην Ελλάδα ενώ στις άλλες χώρες αυτό είχε γίνει πολύ νωρίτερα κι αυτό έγινε με το άνοιγμα της ελεύθερης ραδιοφωνίας και τηλεόρασης. Πολύς νέος κόσμος μπήκε στο επάγγελμα κι επίσης οι εταιρίες η δε αγορά κατανόησε και διαπίστωσε ότι η επικοινωνία ως αγαθό είναι πολύ σημαντική και για την εξέλιξη της οικονομίας. Άρα το επάγγελμα διευρύνθηκε και τώρα έχουμε μία αντίστροφη μέτρηση όχι λόγω της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης αλλά και της εξέλιξης των τεχνολογιών που προσφέρουν άλλες δυνατότητες στην επικοινωνία.

Στην προκειμένη περίπτωση, εννοείτε περισσότερο τον ερχομό του διαδικτύου, όσον αφορά αυτές τις άλλες δυνατότητες, όπου είναι μια επανάσταση στα Μέσα ενημέρωσης καθώς και στον τρόπο που εργάζονται πλέον οι δημοσιογράφοι

Ναι, φαίνεται ξεκάθαρα από όλα τα στοιχεία -όχι μόνος στην Ελλάδα-  ότι οι εφημερίδες μειώθηκαν πάρα πολύ, αλλά υπάρχει και μία οροφή σε αυτό, δηλαδή σταμάτησαν να μειώνονται από ένα σημείο και πέρα γιατί παίζει έναν ρόλο πάντα η έντυπη δημοσιογραφία. Όπως και το βιβλίο δεν καταργείται επειδή υπάρχει το ηλεκτρονικό βιβλίο, πάντα θα υπάρχει ζήτηση, αλλά έχουμε οπωσδήποτε μια δραστική μείωση. Εκεί που γνωρίζουμε μια πολύ μεγαλύτερη κρίση είναι στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα, όπου πλέον με το άνοιγμα του ίντερνετ τις αρθρογραφήσεις όλων και μάλιστα πολλές φορές ειδικών για κάθε χώρο, γιατί όπως γνωρίζετε, έχουμε και το κομμάτι δημοσιογραφίας που έχει την εξειδίκευση σε ειδικά πεδία. Οπότε εκεί το διαδίκτυο πέρασε απευθείας σε αυτούς που είναι ειδήμονες στο χώρο τους και που δρουν κοινωνικά, πολιτικά κ.τ.λ Έχουμε ιστοσελίδες σε όλα τα επίπεδα. Και βέβαια η επιτυχία εκεί, κρίνεται από το αποτέλεσμα. Από την επισκεψιμότητα.

Από τη στιγμή που υπάρχουν πολλά καλά μπλογκ ή ιστοσελίδες οι οποίες έχουν μεγάλη επισκεψιμότητα, αυτά σίγουρα περιορίζουν το επάγγελμα του δημοσιογράφου, το οποίο πρέπει να μετεξελιχθεί και αυτό, γιατί ποτέ δεν θα ξεπεραστεί η ανάγκη για έναν συντονισμό της επικοινωνίας είτε μέσα από ένα ηλεκτρονικό μέσο, είτε μέσα από ένα τηλεοπτικό μέσο. Ο δημοσιογράφος είναι πάντα το μέσο ανάμεσα στην εξουσία και τη κοινωνία είναι ο διαβιβαστής της μιας πληροφορίας και παραμένει όπως και σε μια πολιτική συζήτηση θα φωτίσει σημεία που χρειάζονται και θα τη διευθύνει.

Πώς κατά την άποψή σας πρέπει να είναι σήμερα ένας δημοσιογράφος στα εξελιγμένα όπως μας είπατε εσείς, Μέσα ενημέρωσης με την τεχνολογία αυτή. Πώς εργάζεται δηλαδή ένας δημοσιογράφος σήμερα σε σχέση με παλαιότερα;

Ο δημοσιογράφος σήμερα πρέπει να είναι πολύ πιο καταρτισμένος, σε σχέση με παλαιότερα για να μπορέσει να έχει δουλειά όπως εξάλλου και ο δημοσιογράφος της πρώτης περιόδου, της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης που έπρεπε να είναι διανοούμενος, να γνωρίζει πολλά, να είναι λογοτέχνης διότι το κοινό, διάβαζε τα καλά κείμενα και ο γραπτός λόγος είναι απαιτητικός. Έτσι και σήμερα για να παρακολουθήσει το κοινό κάποιο δημοσιογράφο πρέπει να είναι πολύ καλός και ποιοτικός. Δεν είναι η δημοσιογραφία που παίρνεις ένα ρεπορτάζ από οπουδήποτε ή γράφεις ένα κείμενο. Θα έλεγα ότι ο ρόλος του ρεπόρτερ περιορίζεται, ειδικά του ρεπόρτερ, γιατί ρεπόρτερ μπορεί να γίνει ο καθένας. Την κατάλληλη στιγμή που γίνεται ένα γεγονός μια κρίση, οτιδήποτε,  σε χρόνο μηδέν έχει μεταδωθεί η είδηση στον αέρα μέσω του διαδικτύου ή από ένα απλό πολίτη που ήταν αυτόπτης μάρτυς και που μπορεί ακόμη να μεταφέρει μια άποψη και το έχουμε δει πολλές φορές στις ειδήσεις ότι σημαντικά γεγονότα τα φέρνουν στην επιφάνεια πολίτες που έχουν ανοιχτό το κινητό τους που γράφουν ένα μαίηλ κ.τ.λ  Επομένως το επάγγελμα του ρεπόρτερ θα περιοριστεί, από την άλλη όμως μπορεί να δημιουργηθούν κοινότητες επικοινωνίας οι οποίες θα είναι απαιτητικές. Θα απαιτούν να γίνεται μια δημιουργική αφαίρεση των πολλών πληροφοριών ώστε να μην χάνει χρόνο ο αναγνώστης και να βρίσκει ακριβώς αυτά που θέλει, την ώρα που τα θέλει και να εξοικονομεί χρόνο. Δηλαδή ο δημοσιογράφος θα πρέπει να εξοικονομεί το χρόνο που χρειάζεται κάποιος για να γνωρίζει κάποιες πληροφορίες που τον ενδιαφέρουν.

Και να είναι και εξειδικευμένος όπως μας είπατε και προηγουμένως, αλλά όσον αφορά το χειρισμό των νέων μέσων, ο δημοσιογράφος σήμερα είναι εξοπλισμένος διαφορετικά από ότι ήταν παλαιότερα με ένα μολύβι, ένα χαρτί και ίσως και κάποια φωτογραφική μηχανή να είχε μαζί του. Σήμερα όμως με την ταχύτητα της εξέλιξης της τεχνολογίας δεν είναι μόνο δημοσιογράφος.

Νομίζω ότι δεν είναι μόνο δημοσιογράφος είναι και ο χειριστής της τεχνολογίας, αυτό συμβαίνει στο πενήντα τοις εκατό του πληθυσμού σήμερα να μπορούν  να χειριστούν και τα ηλεκτρονικά Μέσα. Άρα δεν είναι το πρόβλημα τόσο τεχνολογικό όσο χρειάζεται  γνώσεις, για να έχει μια συνθετική και αφαιρετική ικανότητα ο δημοσιογράφος ώστε να διευκολύνει το χρήστη, τον αναγνώστη να εξοικονομεί χρόνο.

Κε Τακτικέ, να το πούμε πιο απλά, κάνει περισσότερες δουλειές μαζί ο δημοσιογράφος σήμερα;

Η δουλειά του δημοσιογράφου σήμερα Θέλει, επεξεργασία, δημιουργική  αφαίρεση. Ο δημοσιογράφος πλέον, είναι ο συντάκτης ύλης, αυτός που παίρνει τις πληροφορίες από πολλούς «ρεπόρτερ» και καταλήγει σε ένα κείμενο. Στις εφημερίδες έχουμε πολλές ειδικότητες και είχαμε πάντα ειδικότητες οι δε,  ρεπόρτερ δεν είχαν την τελική ευθύνη ενός κειμένου, απλώς έφερναν την είδηση. Η είδηση τώρα έρχεται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τους ίδιους τους πολίτες. Βεβαίως γίνονται και ειδικές αποστολές που πρέπει να υπάρχουν ρεπόρτερ, αλλά ένας μεγάλος όγκος των ειδήσεων έρχεται από τους πολίτες. Ένα μεγάλο μέρος των άρθρων γράφεται από πολίτες. Άρα, οι θέσεις εργασίας που χρειάζονται σήμερα, είναι δημοσιογράφοι ικανοί να κάνουν τη λεγόμενη δημιουργική αφαίρεση στο Μέσο ενημέρωσης. Να πετάνε το άχρηστο υλικό από τις ειδήσεις.

Εννοείται, να τις αξιολογήσουν και να τις διασταυρώσουν τις ειδήσεις;

Να τις διασταυρώσουν, να κάνουν τεκμηρίωση και να δώσουν ένα συμπυκνωμένο κείμενο ή ένα συμπυκνωμένο μήνυμα γιατί δεν χρειάζεται φλυαρία ο αναγνώστης, κουράζεται. Χρειάζεται ακόμη και να κάνουν και έρευνα πεδίου

Άρα ο δημοσιογράφος – έτσι όπως μας λέτε- καλείται να είναι ταυτοχρόνως και ο συντονιστής αυτών όλων.

Ταυτόχρονα μπορεί να αναπτυχθεί η δημοσιογραφία της έρευνας. Να είναι ερευνητής πεδίου, κάτι που ακόμα ενώ υπάρχει μεγάλη ανάγκη δεν υπάρχει ερευνητική δημοσιογραφία σε ικανοποιητικό βαθμό παρά μόνο στον εντυπωσιασμό. Υπάρχουν όμω τομείς της διοίκησης, της γραφειοκρατίας των κοινωνικών εξελίξεων που χρειάζεται έρευνα για να καταλήξεις σε ένα πόρισμα, σε μια άποψη. Αυτή η δημοσιογραφία, είναι πίσω ειδικά στην Ελλάδα. Χρειαζόμαστε πολύ περισσότερους ερευνητές, οι οποίοι γίνονται και απαραίτητοι σε μια νέα οικονομική εξέλιξη, γιατί η καλή πληροφορία, η συμπυκνωμένη πληροφορία, η σωστή διατύπωση διευκολύνει την επικοινωνία ανθρώπων που θέλουν να συνεργαστούν είτε στο χώρο της αγοράς είτε στο χώρο της διοίκησης του κράτους. Πρέπει να είναι καλά διατυπωμένα τα κείμενα για να μην χάνεται χρόνο στη μετάφραση που λέμε.

Κε Τακτικέ, σε περίοδο παρατεταμένης οικονομικής κρίσης πρέπει να υπάρχει μία συνεργατικότητα αυτό μας λέτε;

Ναι, συνεργατικότητα, συνθετικότητα. Να εξοικονομούμε χρόνο από τη συνεργασία να μην κάνουμε δηλαδή πράγματα τα οποία τα κάνουν παράλληλα άλλοι δέκα. Ο καθένας μπορεί να κάνει ένα κομμάτι δουλειάς και κάπου αυτά να συναντώνται και να αποτελούν μια σύνθεση. Χρειαζόμαστε δηλαδή περισσότερους διευθυντές ορχήστρας και να μην παίζει ο καθένας μόνος τους.

Τι προτείνεται σε έναν δημοσιογράφο που είναι ήδη άνεργος ή και σε άλλους που είτε ξεκινούν τώρα να βγαίνουν στο επάγγελμα είτε στην εργασία τους ζουν την οικονομική κρίση και ψάχνουν μια διέξοδο. Να ψάξουν το μοντέλο της κοινωνικής οικονομίας στη δημοσιογραφία, όπως γίνεται και σε πολλούς άλλους τομείς να εξετάσουν αυτό που έχει ήδη γίνει σε άλλες χώρες και σε μια μικρογραφία και στην Ελλάδα με την εφημερίδα των συντακτών, να εξετάσουν πώς λειτουργούν σήμερα τα σάϊτ οι Ιστοσελίδες, που είναι βιώσιμα και θα δούνε ότι αυτά  λειτουργούν πλέον με μια λογική συνεργατισμού, συνεταιρισμού δηλαδή με μια λογική κοινωνικής οικονομίας. Και τα οποία εξοικονομούν και πόρους, ενώ ταυτόχρονα δεν κάνουν πολλές εξειδικεύσεις, αφού η πληροφορία ως έναν βαθμό έρχεται μέσα από την κοινωνία, έρχεται εθελοντικά.  Έρχεται από την κοινωνία των πολιτών. Μπορεί η συντεχνία των πολιτικών και των συγκεντρωτικών Μέσων ενημέρωσης σήμερα,  να θέλει να δώσει μια κατεύθυνση και μια μαζική κουλτούρα, έρχεται όμως η κοινωνία πολιτών που θέλει να κάνει διάχυση της πραγματικής γνώσης και πληροφορεί τον πολίτη. Στο εξωτερικό που είναι  εξελιγμένη η επικοινωνία στο χώρο της κοινωνίας των πολιτών υπάρχουν πολύ σημαντικά κέντρα ενημέρωσης  και ιστοσελίδες που πληροφορούν τον πολίτη. Άρα θέλουμε σήμερα περισσότερους δημοσιογράφους συντονιστές και ερευνητές περισσότερους από ότι θέλαμε στο παρελθόν.

Οι ΣΦΕΤΕΡΙΣΤΕΣ της «ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ»

Η Κοινωνική οικονομία ανήκει στους πολίτες και στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, δεν ιδιωτικοποιείται ούτεκρατικοποιείται. Εάν τελικά αυτό συμβαίνει, τότε αναιρείται και συνιστά κακέκτυπο και πολιτικοοικονομική απάτη.

Κοινωνική Οικονομία είναι μια κοσμοϊστορική ανάγκη ανάλογη όπως για αιώνες και χιλιετηρίδες ήταν η οικιακή οικονομία. Η άδηλη οικονομία που δεν μπορούσε να φορολογήσει και να προσμετρήσει το κράτος, αλλά με αυτό τον αυτόνομο τρόπο μπορούσαν να επιβιώσουν οι οικογένειες και οι κοινότητες υπό δύσκολες συνθήκες. Στη σημερινή εποχή η κοινωνική οικονομία έρχεται να καλύψει το κενό που αφήνει στην οικονομία και την απασχόληση ο δραστικός περιορισμός της άδηλης οικονομίας, λόγω καταναλωτικών προτύπων, αλλά και τα πεπερασμένα όρια του κράτους και η αγοράς. Είναι η οικονομία της άρσης του οικονομικού αποκλεισμού και της φτώχειας. Της οικονομικής δραστηριότητας εκεί που δεν μπορεί να επεκταθεί για αντικειμενικούς λόγους η μισθωτή εργασία.


Κοινωνική οικονομία επομένως δεν είναι μια υπεργολαβία που δίνει ένας Δήμος με απευθείας ανάθεση αποσπασματικά κάπου σε μια ΚΟΙΝΣΕΠ ή σε μια ΜΚΟ. Δεν είναι ούτε οι πενήντα – εκατό τέτοιες περιπτώσεις που μπορεί να υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Ελληνική επικράτεια.

Αυτές οι περιπτώσεις δεν συνιστούν ούτε ποσοτικό ούτε ποιοτικό μέγεθος για να χαρακτηρίσουν μια πολιτική για την Κοινωνική Οικονομία και το κυριότερο δεν συνιστούν παρακαταθήκη και Κοινωνικό Κεφάλαιο για την εξέλιξη του θεσμού.

Αντίθετα τις περισσότερες φορές και στο βαθμό που λειτουργούν υπό καθεστώς ευνοιοκρατίας και πελατειακών σχέσεων συνιστούν το κακέκτυπο του θεσμού. Κι αυτό συμβαίνει βέβαια όταν ελάχιστοι φορείς έχουν πρόσβαση στις δημόσιες και ιδιωτικές χρηματοδοτήσεις όπως στη παρούσα περίοδο.

Κοινωνική Οικονομία χωρίς Κοινωνία δεν γίνεται. Σε διαφορετική περίπτωση είναι πρόσχημα για την διαιώνιση του εκμεταλλευτικού συστήματος. Το Υπουργείο Εργασίας στην Ελλάδα απέτυχε ολοσχερώς στην προώθηση της Κοινωνικής & Αλληλέγγυας Οικονομίας (όπως λέει) ακριβώς γιατί αντί να προωθήσει το «όλον» εξυπηρετεί δια μέσω της Κ.ΑΛ.Ο. ιδιωτικά και κρατικά συμφέροντα.

Έχουμε ως παράδειγμα την πρόσφατη προβολή της έκθεσης ΚΑΛΟ και την εν γένει πολιτική του Υπουργείου Εργασίας, η οποία παρουσιάζει μια μαγική εικόνα που απέχει από την πραγματικότητα. Παρουσιάζει μια μινιατούρα πολιτικής ως κολοσσιαίο έργο, σαν να μπορούσε κάποιος με ένα πίνακα ζωγραφικής να κτίσει μια πόλη. Την ίδια στιγμή οι πόροι τους οποίους όφειλε η Κυβέρνηση να διαθέσει σύμφωνα με τις κοινοτικές οδηγίες στο πεδίο πηγαίνουν για άλλες ανάγκες του κράτους (Κοινωφελής εργασία, Παιδικοί Σταθμοί, Φροντίδα στο σπίτι, Κοινωνικά Παντοπωλεία κλπ κλπ.

Αποκρύπτεται το γεγονός ότι, ο σχεδιασμός περιορίζει τους δικαιούχους σε ένα πολύ μικρό κομμάτι του χώρου που παράγει προϊόντα και υπηρεσίες. Αποκρύπτεται ότι απευθύνεται μόνο στις ΚΟΙΝΣΕΠ και ΚΟΙΣΠΕ, και μερικές «Κυβερνητικές Οργανώσεις-ΚΟ» που ονομάζονται αυτάρεσκα «Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις», αποκλείοντας επί της ουσίας τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, άλλους αστικούς συνεταιρισμούς, καταναλωτικούς Συνεταιρισμούς και μη κερδοσκοπικά ιδρύματα.

Αγνοεί δηλαδή, το κομμάτι εκείνο των κοινωνικών επιχειρήσεων που διαμορφώνει τους μετρήσιμους δείκτες της κοινωνικής οικονομίας στο ΑΕΠ, (έστω αυτό το πενιχρό 1,8 % που υπάρχει στην Ελλάδα) προβάλλοντας κάτι που δεν είναι στατιστικά ανιχνεύσιμο σήμερα στην Ελληνική Οικονομία.

Αρνείται την διαβούλευση με τα δίκτυα, τις Ενώσεις και Ομοσπονδίες του χώρου, ενώ ταυτόχρονα επιλέγει αυθαίρετα συνομιλητές μεμονομένους φορείς με τους οποίους αναπτύσσει πολιτικές και οικονομικές «Πελατειακές σχέσεις»

Δημιούργησε ένα Μητρώο Κοινωνικής Αλληλέγγυας Οικονομίας που μέχρι στιγμής δεν έχει ωφελήσει σε τίποτε πρακτικά τις κοινωνικές συνεταιριστικές επιχειρήσεις, αντιθέτως, τις ταλαιπωρεί γραφειοκρατικά με περιττές διαδικασίες απορροφώντας πόρους οι οποίοι στερούνται ταυτόχρονα από το παραγωγικό πεδίο.

Είναι φανερό ότι η πρόσκληση για «Κέντρα Στήριξης» Κοινωνικής Αλληλέγγυας Οικονομίας, εξαιτίας της επιλεκτικής περιοριστικής λογικής με την οποία συντάχθηκε στο μεγαλύτερο μέρος, την έχει καταστήσει άγονη. (από τον αρχικό σχεδιασμό για 120 περίπου Κέντρων τελικά προκηρύχθηκαν περίπου 89, υπεβλήθηκαν ΜΟΝΟ 46 αιτήσεις και πληρούν τα τυπικά κριτήρια συμμετοχής ΜΟΝΟ 14 … Η πλήρης κρατική σχεδιαστική ανικανότητα …

Το Ελληνικό κράτος όχι μόνο δεν έχει αναπτύξει ένα ανοικτό αξιοκρατικό σύστημα στη διαχείριση των πόρων που χρηματοδοτούνται από το ΕΣΠΑ για την Κοινωνική Οικονομία αλλά στη κυριολεξία υφαρπάζει τους πόρους για άλλους σκοπούς ενισχύοντας το κρατισμό του. Ενώ ελάχιστοι Δήμοι έχουν ολοκληρωμένο σχέδιο για να ενισχύσουν υλικά και θεσμικά την Κοινωνική Οικονομία.

Ο απολογισμός της 2ης Έκθεσης ΚΑΛΟ (7-11 Νοε 2018, Αθήνα, Χρηματιστήριο), αν γίνει, θα έδειχνε ένα φιάσκο για το Υπουργείο Εργασίας, τους διοργανωτές και διαμεσολαβητές του. Περιορισμένοι ήσαν οι εκθέτες και ελάχιστοι οι επισκέπτες το πενθήμερο που διεξήχθη. Η αποχή από τη μεριά της κοινωνίας πολιτών ήταν μια αντίδραση στον εμπαιγμό που επιχειρείται με ένα ψευδεπίγραφο ενδιαφέρον για το χώρο. Ο κόσμος γύρισε την πλάτη στο εγχείρημα του Υπουργείου Εργασίας αφού το μεγαλύτερο μέρος των φορέων του Μητρώου, αρνήθηκε να συμμετάσχει σε μια τέτοια πολιτική απάτη. Η κορυφή του παγόβουνου οι απευθείας παράνομες αναθέσεις, η έλλειψη ουσιαστικής διαβούλευσης με τους φορείς, ο αποκλεισμός για τους πολλούς και το στημένο παιγνίδι για τους λίγους εκλεκτούς που εξυπηρετούν το πελατειακό σύστημα.

Η αντίδραση που εκδηλώθηκε είναι για το «καπέλωμα» της όλης διαδικασίας από τις ΜΚΟ των «κολλητών & ευνοούμενων», ύστερα από τις αποκαλύψεις που είδαν το φως της δημοσιότητας. Ο κόσμος που ασχολείται πραγματικά με την Κοινωνική Οικονομία, ύστερα από 6 χρόνια υποσχέσεων, έχει αντιληφθεί πλέον ότι, όλο αυτό το γεγονός ήταν μια επικοινωνιακή φούσκα. Τα οφέλη της έκθεσης για το σύνολο των ΚοινΣΕπ μηδαμινά. Εξάλλου οι συμμετέχοντες αντιπροσωπεύουν ένα πολύ μικρό κομμάτι των ΚοινΣΕπ.

Στις ομιλίες του Πρωθυπουργού αλλά και της Υπουργού Εργασίας ακούστηκαν για μια ακόμη φορά οι ίδιες περσινές εξαγγελίες. Τα 11 εκατ. Ευρώ που έχουν προκηρυχθεί για τα «Κέντρα Στήριξης» (μια προκήρυξη φιάσκο με τα φωτογραφικά κριτήρια) και 27 εκατ. της προδημοσίευσης για όλους τους φορείς ΚΑΛΟ. Η συμμετοχή ήταν υποτονική. Για τις μικρές συνεταιριστικές Οικοτεχνίες που ήσαν εκεί και πουλούσαν κυρίως μερμελάδες, μέλι, και λάδι η έκθεση είχε κάποιο όφελος. Για τη μεγάλη μερίδα των κοινωνικών επιχειρήσεων και συνεταιρισμών που είναι μετρήσιμα μεγέθη στο ΑΕΠ της χώρας η συγκεριμένη έκθεση δεν είχε κανένα πρακτικό ενδιαφέρον, εξάλλου δεν συμμετείχε κανένας μεγάλος συνεταιρισμός. Αυτός μάλλον ήταν και ο πολιτικός σχεδιασμός του Υπουργείου Εργασίας.

Παρουσιαστήκαν μεν προβληματισμένοι και ανήσυχοι για όσα έχουν βγει στο φως της δημοσιότητας τελευταία, αμετανόητοι δε για τις πολιτικές επιλογές τους, Προβάλλουν έτσι την έκθεση που αφορά ένα πολύ μικρό κομμάτι των συνεταιρισμών και των ΜΚΟ, για να καλύψουν την υφαρπαγή των πόρων από το κράτος για προσλήψεις με τη λεγόμενη «κοινωφελή εργασία» διαιωνίζοντας τις πελατειακές σχέσεις, καταστρατηγώντας τους κανονισμούς για το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο. Ακόμη και στο πολιτικό προσωπικό ελάχιστοι εκπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών (βουλευτές) γνωρίζουν τις κοινοτικές οδηγίες σε αυτό το τομέα. Από την άλλη πλευρά η δημοσιογραφική κάλυψη σε αυτά τα θέματα είναι ελάχιστη. Έτσι το βάρος της προβολής και της παρουσίασης των ουσιαστικών προϋποθέσεων ανάδειξης της Κοινωνικής Οικονομίας πέφτει στις οργανώσεις της κοινωνίας Πολιτών και τα μέσα επικοινωνίας που διαθέτει κυρίως στο διαδίκτυο.

Για να ακουστεί όμως η φωνή της απαραίτητη προϋπόθεση είναι να υπερβεί τον κατακερματισμό της και να λειτουργήσει ως ενιαίος χώρος ενός κοινωνικού εταίρου … Η Κοινωνική Οικονομία στην Ελλάδα, μοιάζει να έχει καταληφθεί από σφετεριστές, κυριαρχείται από κλειστές ελίτ και δεν μπορεί να προχωρήσει διαφορετικά παρά μόνο με κινηματικές διαδικασίες που απευθύνονται στο «όλον» της Κοινωνίας των Πολιτών.

Ελίτ και σφετεριστές έχουν το πρώτο λόγο στο χώρο της Κοινωνικής Οικονομίας, και για να κρατήσουν έλεγχο τον θέλουν μικρό, κατακερματισμένο και μέσα στη σύγχυση για το τι είναι και τι δεν είναι πραγματικά η Κοινωνική Οικονομία. Από την άλλη πλευρά τα κόμματα που είναι εντελώς κρατικίστικα στη δομή τους και εχθρικά στην ενότητα του χώρου. Ακόμα και στον αγροτικό τομέα όπου παράγεται το 1,8% του ΑΕΠ από Συνεταιριστικές οργανώσεις, έχουν παρεισφρήσει σφετεριστές και σήμερα ο συνεργατισμός εκπροσωπείται από εταιρείες της ιδιωτικής οικονομικής (τράπεζες, τεχνικές εταιρείες και άλλες κερδοσκοπικές εταιρείες).

Εχθρός εξάλλου είναι όλο το σημερινό σύστημα εξουσίας και θέλει αδύναμη την Κοινωνία Πολιτών. Ο αυταρχισμός της εξουσίας είναι δεδομένος. Η μόνη αχίλλειος πτέρνα που μπορεί να πληγεί το σύστημα σφετερισμού της Κοινωνικής Οικονομίας είναι εκεί που παραβιάζεται η νομιμότητα στους κοινοτικούς πόρους

Έτσι μετά την αποκάλυψη της διαρκούς εξαπάτησης του Υπουργείου Εργασίας σε σχέση με τη Κοινωνική Οικονομία και το πλήγμα που υπέστη από την ακύρωση των συμβάσεων για την έκθεση, δημιουργείται το κατάλληλο κλίμα για μια συνολική ιδεολογική ανασυγκρότηση κατά των ελίτ που λυμαίνονται το χώρο. Από αυτό το γεγονός μπορεί να ξεκινήσει ο νομικός ακτιβισμός με σύνθημα: «ΔΕΝ ΕΧΕΤΕ ΝΑ ΧΑΣΕΤΕ ΤΙΠΟΤΕ, ΤΑΡΑΞΤΕ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑ».

Το γεγονός έχει μεγάλη σημασία γιατί βρέθηκε ο μίτος στο λαβύρινθο της διαφθοράς με απευθείας αναθέσεις. Η ιστορία αυτή έχει πολλά επεισόδια κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση. Θα χρειαστούν μήνες έρευνας στη διαύγεια για εντοπιστούν όλα τα τεκμήρια. Είμαστε όμως βέβαιοι ότι η Κοινωνία Πολιτών θα έχει κερδίσει μια κομβική μάχη. Χρειάζονται πολλοί εθελοντές για την έρευνα και τη διαφάνεια. Η δημοσιογραφία της Κοινωνίας των Πολιτών είναι ο μόνος τρόπος. Καλούμε τους εθελοντές να ψάξουν σε βάθος τη ΔΙΑΥΓΕΙΑ και να τροφοδοτήσουν τους ελεγκτικούς μηχανισμούς, που βρίσκονται πολλές φορές σε λήθαργο αν οι πολίτες δεν επαγρυπνούν.

Υπάρχει πλέον μια ξεκάθαρη ιδεολογική γραμμή που διαχωρίζει τους σφετεριστές του χώρου από την Κοινωνία των Πολιτών . Από τη μια μεριά είναι οι ληστρικές ελίτ των κλειστών κυκλωμάτων και από την άλλη το όλον της κοινωνίας. Από τη μια μεριά η οικονομική ολιγαρχία που θέλει να ποδηγετήσει και να οικειοποιηθεί την Κοινωνική Οικονομία για ιδιωτικά συμφέροντα, πολλές φορές και με κρατικίστικες επιλογές, υπέρ των ημετέρων και από την άλλη, το σύνολον της κοινωνίας και η δημοκρατική νομιμότητα.

Στις σύγχρονες κοινωνίες δεν μπορεί να υπάρξει άλλη νομιμότητα, τουλάχιστον φανερά, εκτός της δημοκρατικής νομιμότητας. Δεν νομιμοποιούνται από πουθενά οι δημόσιοι πόροι να πηγαίνουν σε λίγους εκλεκτούς και όχι στο σύνολο της κοινωνίας με τους κανόνες της ισονομίας και της αξιοκρατίας. Η παρέκκλιση από τους κανόνες της νομιμότητας είναι κοινωνικά άδικη και καταδικαστέα. Οι Πολίτες έχουν αναφαίρετο δικαίωμα να περιφρουρήσουν την ισονομία και τη κοινωνική δικαιοσύνη. Να καταγγείλουν και να ζητήσουν την εφαρμογή του νόμου. Και οι μόνοι, ίσως, που μπορούν αν το επιβάλλουν είναι οι πολίτες και οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.

Για το Κίνημα «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ Κοινωνίας Πολιτών» Δημήτριος Μιχαηλίδης

Κοινωνική οικονομία στο περιβάλλον και την πράσινη ανάπτυξη

Γράφει ο Βασίλης Τακτικός

Η οριζόντια συνεργασία των κοινωνικών δικτύων και των οργανώσεων περιβάλλοντος με τους φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αποτελεί το κλειδί για να ευοδωθεί τόσο η υπόθεση της οικοπροστασίας, όσο και η πράσινη επιχειρηματικότητα, που είναι η κινητήρια δύναμη για να έχουμε ένα βιώσιμο αστικό περιβάλλον. Αποτελούν, δηλαδή, δύο αλληλένδετες έννοιες.


Δεν μπορούμε να έχουμε την επιθυμητή προστασία του περιβάλλοντος, όπως, για παράδειγμα, την μείωση της αστικής ατμοσφαιρικής ρύπανσης, εάν δεν κινητοποιήσουμε οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους, μέσω της εξοικονόμησης ενέργειας και της πράσινης ανάπτυξης (το λεγόμενο κοινωνικό κεφάλαιο). Και δεν μπορούμε να κινητοποιήσουμε πόρους και πολιτικές σε ικανό βαθμό, εάν δεν κινητοποιηθούν τοπικές κοινωνίες και Τοπική Αυτοδιοίκηση, για να «καλλιεργήσουν» το έδαφος τόσο της ζήτησης, όσο και της επιχειρηματικότητας προς αυτή την κατεύθυνση.

Ενδεικτικά η ανακύκλωση απορριμμάτων, η κομποστοποίηση, οι πράσινες στέγες, η διαχείριση αστικού πρασίνου και τα βιοκλιματικά κτίρια είναι ορισμένες από τις επιχειρηματικές δραστηριότητες που μπορούν να αναπτυχθούν, προσαρμόζοντας και υφιστάμενα προγράμματα του Ε.Σ.Π.Α. όπως είναι το «εξοικονομώ» και η «αναζωογόνηση αστικών περιοχών».

Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και ανακύκλωση

Η γεωγραφική ανισοκατανομή των ενεργειακών πόρων, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, είναι το σύνδρομο μέχρι σήμερα μιας παγκόσμιας ιδεολογικής ηγεμονίας, της οικονομικής ολιγαρχίας, που για τη διατήρηση των προνομιών της, θέτει σε κίνδυνο ολόκληρο τον πλανήτη μέσα από ένα σύστημα εξουσίας, το οποίο ελέγχεται από τα μονοπωλιακά συμφέροντα. Αυτό το σύστημα μπορεί να κλονιστεί με τη διάδοση των νέων τεχνολογιών και την κινητοποίηση της κοινωνίας πολιτών, ώστε οι τεχνολογικές κατακτήσεις να κοινωνικοποιηθούν στο αντικείμενο της ενέργειας.

Στην παρούσα ιστορική φάση το αίτημα για δικαιότερη κατανομή των ενεργειακών πόρων δεν είναι μόνο ζήτημα ηθικής επιταγής, αλλά και τρόπος αντιμετώπισης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και φτώχειας. Μια απαίτηση που εκδηλώνεται απέναντι στο παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα, αλλά και στα υπερχρεωμένα κράτη που αδυνατούν να καλύψουν τις ζημιογόνες και τοξικές δραστηριότητες του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.

Μπροστά σε αυτά τα ζητήματα η λύση δεν θα βρεθεί μόνο στο πεδίο του κράτους και της αγοράς, αλλά με την αποδοχή της κοινωνικής οικονομίας, για την αυτο-ρύθμιση της οικονομικής προνοιακής πολιτικής.

Οι κοινωνικοί συνεταιρισμοί που δραστηριοποιούνται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (όπως η αξιοποίηση της ηλιακής ενέργειας μέσω φωτοβολταϊκών συστημάτων, της αιολικής ενέργειας μέσω κατασκευής αιολικών πάρκων κ.ά.) είναι μια από τις πιο ελπιδοφόρες εφαρμογές της κοινωνικής οικονομίας, όχι μόνο γιατί η ενεργή συμμετοχή των πολιτών είναι καθοριστικός παράγοντας για την αντιστροφή των καταστροφικών επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής παγκοσμίως, αλλά και γιατί ο συνδυασμός του συστήματος των εγγυημένων τιμών, με το συνεταιριστικό μοντέλο και τα σωστά χρηματοδοτικά εργαλεία, μπορούν να αποτελέσουν μια ρεαλιστική απάντηση στην κλιμακούμενη οικονομική κρίση και μία δίοδο ανάκαμψης των τοπικών οικονομιών.

Αυτή η στρατηγική θα είναι προς όφελος της κοινωνίας, διότι θα μπορούν να διαμορφωθούν εκατομμύρια θέσεις εργασίας και βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες σε τοπικό επίπεδο, με αποκεντρωμένα συστήματα και με τη συμμετοχή κοινωνικών συνεταιριστικών επιχειρήσεων παραγωγής ενέργειας.

Για παράδειγμα, κοινωνικοί συνεταιρισμοί δραστηριοποιούνται στη διαχείριση απορριμμάτων, αποβλήτων και υδάτινων πόρων. Πιο συγκεκριμένα, μέσω των επιχειρήσεων αυτών, επιτυγχάνεται η προστασία του περιβάλλοντος από αέριους ρύπους, η αξιοποίηση των ανακυκλώσιμων υλικών για την παραγωγή βιομάζας και βιοαερίου, η αφαλάτωση υπογείων και θαλάσσιων υδάτων, η αξιοποίηση επικίνδυνων και μη επικίνδυνων βιομηχανικών αποβλήτων με τη μετατροπή τους σε εναλλακτικό καύσιμο, που είναι βασική πρώτη ύλη για άλλες δραστηριότητες και εμπορεύσιμα παραπροϊόντα κ.ά.

__________________

Πηγές:

Social Activism Αθηνών (Inn. Growth)

Παρατηρητήριο Ο.Κ.ΠΘεσμοί & Εφαρμογές Κοινωνικής Οικονομίας
Βασίλης Τακτικός

Choose language

elenfrdeitessv

Who's Online

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 153 επισκέπτες και κανένα μέλος