«Το καταναλωτικό κίνημα έναντι του κρατικού παρασιτικού συνδικαλισμού»

Συνέντευξη του κ. Βασίλη Τακτικού, διευθυντή της Οίκοpress, στον Αθανάσιο Κόκκοτο, Διαχειριστή περιβάλλοντος – Περιβαλλοντολόγο

Το καταναλωτικό κίνημα είναι το αντίδοτο και η ελπίδα για την αντιμετώπιση του παρασιτικού συνδικαλισμού, υποστηρίζει ο κ. Βασίλης Τακτικός. Ο κοινωνικός ακτιβισμός έναντι της γραφειοκρατίας και του υψηλού κόστους των τιμών.


Έχετε μιλήσει κ. Τακτικέ για τον συνδικαλισμό στην Ελλάδα, αναφέροντας ότι ο συνδικαλισμός είναι μέρος του προβλήματος και όχι η λύση του στην παρούσα οικονομική συγκυρία. Επίσης, έχετε μιλήσει εναλλακτικά για το ρόλο των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών και του κοινωνικού ακτιβισμού ως το προοδευτικό μέρος των κινημάτων. Στην παρούσα συνέντευξη, θα ήθελα να μιλήσετε για το καταναλωτικό κίνημα, που είναι μέρος των κινημάτων των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και να μας περιγράψετε σε ποια κατάσταση βρίσκεται αυτό σήμερα στην Ελλάδα.

Στην Ελλάδα, ένα από τα κυρίαρχα προβλήματα της οικονομικής κρίσης, είναι ότι ενώ μειώνονται οι μισθοί, οι τιμές των προϊόντων παραμένουν ίδιες ή συνεχίζουν να αυξάνονται ανακόλουθα με τους μισθούς.

Ως γνωστόν, ένας από τους κύριους στόχους του καταναλωτικού κινήματος, είναι η μείωση των τιμών των προϊόντων, ώστε να εξασφαλιστεί κατ’αυτό τον τρόπο, η ελάχιστη ποιότητα ζωής των χαμηλόμισθων εργαζομένων.

Αυτό λοιπόν δεν συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα, πράγμα το οποίο υποδηλώνει, την σχεδόν μηδενική αποτελεσματικότητα του υπάρχοντος Ελληνικού καταναλωτικού κινήματος.

Γνωρίζετε κ. Τακτικέ να μας πείτε ,ποιοι και που εντοπίζονται αυτοί οι λόγοι που το υπάρχον Ελληνικό καταναλωτικό κίνημα βρίσκεται σε μια τέτοια κατάσταση;

Αυτοί οι λόγοι εντοπίζονται κυρίως, στην κουλτούρα που διέπει τις συλλογικές Ελληνικές συνδικαλιστικές οργανώσεις, οι οποίες κοιτούν να εξασφαλίσουν τα δικά τους συντεχνιακά συμφέροντα, αγνοώντας το υπόλοιπο κοινωνικό σύνολο.

Η κουλτούρα αυτή λοιπόν, έχει «εκπαιδεύσει» τα μέλη των οργανώσεων αυτών και κατ’επέκταση την ευρύτερη κοινωνία, να βλέπουν τις συλλογικές κοινωνικές δράσεις μέσα από την οπτική του ατομικιστικού τους οφέλους. Έτσι, δεν πρέπει να μας κάνει εντύπωση, η απαίτηση των συνδικαλιστικών φορέων για αυξήσεις μισθών των μελών τους, χωρίς να αναφέρονται στον αγώνα για την παράλληλη μείωση των τιμών των προϊόντων. Κάτι, το οποίο αν επιτυγχανόταν, θα βοηθούσε όχι μόνο τα μέλη των οργανώσεων αυτών, αλλά και των υπόλοιπων οικονομικά ευαίσθητων ομάδων του ευρύτερου κοινωνικού τομέα. Θεωρούν λοιπόν κατ’αυτό τον τρόπο οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, ότι δεν αποτελούν οι ίδιες κομμάτι της κοινωνίας, με αποτέλεσμα να μην προάγουν συλλογικά κοινωνικά κινήματα τα οποία δεν έχουν άμεση σχέση με τα δικά τους συντεχνιακά συμφέροντα.

Δηλαδή κ. Τακτικέ, μέμφεστε θα λέγαμε ανοιχτά, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις των Ελλήνων εργαζομένων, για την κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα το Ελληνικό καταναλωτικό κίνημα;

Σαφέστατα! Ο συνδικαλισμός στην χώρα μας, είναι ο κύριος υπεύθυνος για την διάδοση της ατομικιστικής κουλτούρας στους Έλληνες. Η εμμονή των συνδικαλιστικών απαιτήσεων για την αύξηση των μισθών, χωρίς παράλληλη δράση για την μείωση των τιμών, μόνο σε αδιέξοδο μπορεί να οδηγήσει τους Έλληνες πολίτες και αυτό γιατί είναι δύσκολο πολύ να γίνει αύξηση των μισθών στην παρούσα οικονομική συγκυρία.

Βέβαια, ο λαός δεν θα πρέπει να απογοητευθεί από αυτό, αλλά να δράσει μέσω ενός οργανωμένου καταναλωτικού κινήματος για την μείωση των τιμών, που θα έχει κοινωνικά, το ίδιο ευεργετικό αποτέλεσμα με την αύξηση των μισθών.

Όπως προανέφερα προηγουμένως ,για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, χρειάζεται η οργάνωση των πολιτών σε συλλογικό κοινωνικό επίπεδο έξω από τον κοντόφθαλμο και διεφθαρμένο συνδικαλιστικό χώρο. Από αυτή την άποψη, το καταναλωτικό κίνημα είναι κατά πολύ προοδευτικότερο από τον συνδικαλισμό σήμερα.

Ποια λοιπόν είναι τα οφέλη από την ανάπτυξη και την μεγέθυνση ενός τέτοιου καταναλωτικού κινήματος στην Ελληνική κοινωνία;

Κατ’αρχήν, το καταναλωτικό κίνημα, δημιουργεί υπεύθυνους και ενεργούς πολίτες-καταναλωτές ,με συλλογική κοινωνική δράση, βοηθώντας τους να συνειδητοποιήσουν τη δύναμη που έχουν, να επεμβαίνουν και να διαμορφώνουν την οικονομική αγορά προς όφελός τους.

Για παράδειγμα, αν η τιμή κάποιου προϊόντος συνεχώς αυξάνεται, λόγω ας πούμε της ύπαρξης κάποιων καρτέλ εταιρειών, οι πολίτες –καταναλωτές θα μπορούν να απαντήσουν μέσω μιας συλλογικής αποχής από την αγορά του συγκεκριμένου προϊόντος. Αυτό θα προκαλέσει έτσι, σύγχυση στους παραγωγούς του καρτέλ οι οποίοι θα αναγκαστούν να μειώσουν και πάλι την τιμή του προϊόντος τους.

Θα λέγαμε λοιπόν συνοπτικά, πως παρόμοιες επεμβάσεις στην οικονομική αγορά από ένα ισχυρό και οργανωμένο καταναλωτικό κίνημα των πολιτών, θα εξασφάλιζε την συνεχής πρόσβαση των οικονομικά ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων στην αγορά, αποτρέποντας τον αποκλεισμό τους από αυτήν.

Επίσης, η ύπαρξη ενός ισχυρού καταναλωτικού κινήματος, μπορεί να λειτουργήσει ως καταλύτης για την προώθηση και ανάπτυξη κοινωνικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στα πλαίσια της κοινωνικής οικονομίας. Οι νεοφυείς κοινωνικές επιχειρήσεις στον Ελληνικό χώρο, έχουν ως σκοπό την απασχόληση ανέργων και την επανεπένδυση ενός μέρους των κερδών τους στην αγορά για την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Επειδή λοιπόν αυτές οι επιχειρήσεις βρίσκονται ακόμη στα σπάργανα, είναι απαραίτητη η οργανωμένη ύπαρξη των πολιτών-καταναλωτών, οι οποίοι και θα ενισχύσουν αυτές τις επιχειρήσεις με την αγορά των προϊόντων τους.

Τέλος, ένα επιπλέον όφελος, εντοπίζεται στην πάταξη της ατομικιστικής κουλτούρας και την καλλιέργεια μιας συλλογικής κοινωνικής κουλτούρας η οποία θα οδηγήσει στην ευρύτερη οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών και για άλλα κοινωνικά θέματα. Αυτή η κουλτούρα είναι ήδη διαδεδομένη στις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες.

Αλήθεια, ποια είναι η διαφορά του καταναλωτικού κινήματος, στην υπόλοιπη Ευρώπη και κατ’επέκταση στις υπόλοιπες χώρες του εξωτερικού, σε σχέση με το Ελληνικό καταναλωτικό κίνημα;

Η μεγάλη διαφορά εντοπίζεται στα όσα ειπώθηκαν προηγουμένως, σχετικά με την ανάπτυξη του συνδικαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα. Στην Ευρώπη, το συνδικαλιστικό κίνημα έχει αναπτυχθεί παράλληλα με τον κοινωνικό ακτιβισμό, μέρος του οποίου είναι και το καταναλωτικό κίνημα, που προάγεται από τις Ευρωπαϊκές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών.

Ο εργαζόμενος στην Ευρώπη παλεύει, μέσω των συνδικαλιστικών οργανώσεων, για τα εργατικά του δικαιώματα, ενώ παράλληλα αναπτύσσει και εντυπωσιακή δράση, μέσα από τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, για την προάσπιση των κοινωνικών του δικαιωμάτων.

Δυστυχώς στην χώρα μας δεν εντοπίζεται κάτι τέτοιο, εδώ ο εργαζόμενος παλεύει μέσω του συνδικαλιστικού του φορέα, δήθεν για τα εργατικά του δικαιώματα, αλλά στην πραγματικότητα, η ελίτ του συνδικαλιστικού του φορέα εκμεταλλεύεται την κινητοποίησή του αυτή, για την εξασφάλιση του δικού της συμφέροντος. Επίσης, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις εχθρεύονται τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, ενώ και πολλές οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών μιμούνται τα στραβά του συνδικαλισμού. Όλο αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απαξίωση των μελών τους και των υπόλοιπων κοινωνικών ομάδων σε πολίτες τριτοκοσμικής χώρας.

Αρκεί να αναφέρουμε, τις συχνές απεργιακές κινητοποιήσεις που δεν δείχνουν κανένα σεβασμό στην ταλαιπωρία του απλού πολίτη. Τρανταχτό παράδειγμα, το περιστατικό στις εγκαταστάσεις του πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης στις πρόσφατες απεργιακές κινητοποιήσεις των εργατών συγκομιδής απορριμμάτων.

Ως γνωστόν, λόγω της συσσώρευσης μεγάλου όγκου απορριμμάτων και εξαιτίας της έντονης δυσοσμίας, μία καθηγήτρια της σχολής, μαζί με κάποιους ευσυνείδητους πολίτες φοιτητές, προσφέρθηκαν εθελοντικά να μαζέψουν τα σκουπίδια από την αυλή της σχολής. Δυστυχώς όμως για κακή τους τύχη, κάποιοι φοιτητές γνωστού αριστερού κόμματος για να προασπίσουν και να προστατέψουν τα συμφέροντα της ελίτ του συνδικαλιστικού οργάνου των υπαλλήλων καθαριότητας, δεν δίστασαν να επιτεθούν στους εθελοντές-φοιτητές καταδικάζοντάς τους κατ’αυτό τον τρόπο να συνεχίσουν να εκτίθενται σε ανθυγιεινές γι’αυτούς συνθήκες, σαν να ήταν πολίτες μιας υπανάπτυκτης τριτοκοσμικής χώρας.

Αυτός ο συνδικαλισμός είναι που δημιούργησε ένα μεγάλο μέρος του χρέους, αυτός ο συνδικαλισμός είναι που πολεμά κάθε προσπάθεια προάσπισης του κοινωνικού συλλογικού συμφέροντος, όταν πιστεύει ότι πλήττεται το δικό του ατομικό συμφέρον.

Ας μου επιτρέψετε κ. Τακτικέ να αναφέρω, πως παρά την ζοφερή εικόνα που παρουσιάζεται για την Ελλάδα του διεφθαρμένου συνδικαλισμού και της οικονομικής κρίσης , έχουν γίνει κάποιες ενέργειες οι οποίες ίσως υποδηλώνουν την στροφή της Ελληνικής κοινωνίας προς την απαρχή της ανάπτυξης ενός καταναλωτικού κινήματος. Μια τέτοια ενέργεια για παράδειγμα, ήταν το γνωστό στο ευρύ κοινό «κίνημα της πατάτας» που είχε ως σκοπό να χτυπήσει τους μεσάζοντες των αγροτικών προϊόντων και των συνδικαλιστικών τους οργανώσεων. Εσείς τι λέτε γι’αυτό, είναι μια ελπιδοφόρα και ουσιαστική ενέργεια το «κίνημα της πατάτας» για την ανάπτυξη του καταναλωτικού κινήματος στην Ελλάδα;

Αυτές είναι ωραίες και εντυπωσιακές κινήσεις, που λειτουργούν μεν ενθαρρυντικά, αλλά στην ουσία δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα απλό πυροτέχνημα. Υποδεικνύουν βέβαια, μια δυνατότητα στροφής της κοινωνίας, προς μια διάθεση κοινωνικής αλληλεγγύης, αλλά δεν μπορούν να έχουν μέλλον, αν δεν στηρίζονται σε ένα θεσμοθετημένο και οργανωμένο κοινωνικό δίκτυο. Το δίκτυο αυτό θα είναι προσανατολισμένο προς την κατεύθυνση της κοινωνικής αλληλεγγύης, ενώ η συνεχής και σταθερή παρουσία του, θα εξασφαλίζει την μελλοντική βιωσιμότητα παρόμοιων ενεργειών.

Δηλαδή, απαιτείται η σύμπραξη των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών με τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (Ο.Τ.Α.), στα πλαίσια ενός πανελλαδικού δικτύου, έτσι ώστε να περάσουμε σε πάγιες και συνεχείς οργανωμένες συλλογικές μορφές διακίνησης προϊόντων χαμηλού κόστους.

Μόλις αναφέρατε την φράση ¨πανελλαδικό δίκτυο¨ και εδώ θα ήθελα να σταθώ για λίγο. Η οργάνωση των πολιτών σε τοπικό επίπεδο είναι μια σχετικά εύκολη υπόθεση, όμως τι γίνεται στην περίπτωση του ¨πανελλαδικού δικτύου¨, ποιο είναι εκείνο το επικοινωνιακό πλαίσιο που προάγει τον πανελλαδικό συντονισμό τέτοιων κοινωνικών ομάδων;

Η λύση φυσικά είναι το διαδίκτυο. Στην σημερινή Ελλάδα το διαδίκτυο έχει γνωρίσει μεγάλη διάδοση και βρίσκεται σχεδόν σε κάθε Ελληνικό σπίτι.

Το διαδίκτυο είναι λοιπόν, εκείνο το εργαλείο, μέσω του οποίου το οργανωμένο καταναλωτικό κίνημα και εν γένει οι οργανώσεις τις κοινωνίας των πολιτών θα διαδώσουν πανελλαδικά τα μηνύματα τους για κοινωνικό ακτιβισμό. Εδώ θα πρέπει βέβαια να αναφερθεί, ότι η επικοινωνία αυτή σήμερα είναι λειψή και κατακερματισμένη, απόρροια της λειψής και κατακερματισμένης εικόνας που παρουσιάζει η οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών.

Η πρόκληση λοιπόν σήμερα εντοπίζεται κυρίως σε αυτό το θέμα, το πώς θα συμπληρώσουμε και θα ενοποιήσουμε την λειψή και κατακερματισμένη αυτή εικόνα, για να καταφέρουμε να διαδώσουμε τα ελπιδοφόρα μηνύματα του κοινωνικού ακτιβισμού, πανελλαδικά και στην παρούσα οικονομική συγκυρία, με σκοπό την άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων.

Εμείς από την μεριά μας, ως μιας οργάνωσης της κοινωνίας των πολιτών με την ονομασία ¨Ερύμανθος Α.Μ.Κ.Ε.¨ ,παλεύουμε με ζήλο προς αυτή την κατεύθυνση. Γι’αυτό το σκοπό, λειτουργούμε δύο ηλεκτρονικές εφημερίδες την Oikopress και την Social Activism Αθηνών, μέσω των οποίων διαδίδουμε προτάσεις, ιδέες και καλές πρακτικές συλλογικής δράσης παρέχοντας κατ’αυτό τον τρόπο το υλικό ιδεών και πρακτικών που χρειάζεται να έχει στην διάθεσή της η οργανωμένη κοινωνία των πολιτών για να υλοποιήσει το έργο της.

Από την άλλη μεριά μέσω της σύστασης του Πανελλήνιου Παρατηρητηρίου, προωθείται η δημιουργία κοινωνικών ανθρώπινων επικοινωνιακών δικτύων στον πραγματικό κόσμο και όχι στον ηλεκτρονικό, για την παρακίνηση και συντονισμό της δράσης μεγάλων κοινωνικών ομάδων σε πανελλήνια εμβέλεια κατά της κοινωνικής αδικίας.

Μιλήσατε λοιπόν κ. Τακτικέ, για ένα πανελλήνιο δίκτυο συντονισμού των Ελλήνων πολιτών για κοινωνική δράση. Όμως, ένα τέτοιο δίκτυο για να συντηρηθεί, δεν θα πρέπει να καταναλώνει κάποιους οικονομικούς πόρους, από πού τους αντλεί;

Η αλήθεια είναι πως για να μπορέσουν να πραγματοποιηθούν όλα όσα ειπώθηκαν, απαιτείτε η εύρεση και η κατανάλωση κάποιων οικονομικών πόρων. Οι πόροι αυτοί καταναλώνονται για την διατήρηση των επικοινωνιακών δικτύων των οργανώσεων, την κάλυψη των λειτουργικών εξόδων τους, καθώς και για την πληρωμή των μόνιμων στελεχών που εργάζονται σε αυτές. Εύλογα λοιπόν γεννιέται το ερώτημα, από πού αντλούνται τέτοιοι πόροι σε μια τέτοια άσχημη οικονομική εποχή.

Η απάντηση είναι πως υπάρχουν ήδη, θεσμοθετημένοι οικονομικοί πόροι, που προέρχονται από το Ευρωπαϊκό κοινοτικό ταμείο και το οποίο στηρίζει την προσπάθεια των οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών, μέσω ειδικών προγραμμάτων. Δυστυχώς όμως, αυτοί οι πόροι δεν αξιοποιούνται σωστά όπως θα έπρεπε, λόγω της έλλειψης γνώσης σωστής διαχείρισης τους από τις περισσότερες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και από την έλλειψη απαίτησης από την μεριά της Ελληνικής κοινωνίας για την διαφάνεια των κρατικών συναλλαγών, οι οποίες λειτουργούν ως τροχοπέδη για την σωστή επένδυση των κοινοτικών πόρων.

Μια άλλη πηγή πόρων, είναι και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες χρηματοδοτούν κοινωνικές ακτιβιστικές δράσεις μέσω της εταιρικής κοινωνικής ευθύνης (Ε.Κ.Ε.). Τα κίνητρα που έχουν γι’αυτή την χρηματοδότηση, είναι τόσο φορολογικά (ελάφρυνση φόρων) όσο και επικοινωνιακά (διαφήμιση κ.λπ.). Έτσι, για παράδειγμα, μια εταιρεία που προάγει στην αγορά νέες τεχνολογίες μηδενικής ρύπανσης, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, έχει κάθε λόγο να χρηματοδοτήσει τις δράσεις μια κοινωνικής περιβαλλοντικής οργάνωσης μη-κερδοσκοπικού χαρακτήρα.

Δυστυχώς όμως και εδώ, παρουσιάζονται μεγάλα εμπόδια στην χρηματοδότηση, διότι είναι ευρέως γνωστή η τακτική αυτών των εταιρειών για να έχουν την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο. Οι εταιρείες αυτές λοιπόν, δημιουργούν δικές τους θυγατρικές οργανώσεις μη-κερδοσκοπικού χαρακτήρα και τις χρηματοδοτούν. Έτσι, μέσω αυτής τους της ενέργειας επιτυγχάνουν από τη μία να ανακυκλώσουν τα δικά τους χρήματα, κερδίζοντας μέσω της φοροαπαλλαγής τους, ενώ από την άλλη επιτυγχάνουν να αυξήσουν το κύρος της εικόνας τους μέσα στην κοινωνία.

Για να λυθούν λοιπόν αυτά τα ζητήματα, απαιτείτε η συλλογική δράση των πολιτών για την απαίτηση διαφανών κρατικών οικονομικών συναλλαγών, καθώς και η ύπαρξη ενός ισχυρού καταναλωτικού κινήματος, το οποίο θα μποϋκοτάρει την αγορά προϊόντων εταιρειών που βγάζουν κέρδος μέσω της Ε.Κ.Ε. και στην ουσία δεν προσφέρουν τίποτα στην κοινωνία.

Νομίζω πως καλύψαμε πλήρως το θέμα του καταναλωτικού κινήματος και εν γένει του κοινωνικού ακτιβισμού στην Ελλάδα και έτσι κλείνοντας, θα ήθελα να μου πείτε αν έχετε να προσθέσετε κάτι παραπάνω στα όσα ήδη αναφέρατε.

Ναι! Η αλήθεια είναι πως θα ήθελα να προσθέσω κάτι παραπάνω σχετικά με το τι επιπλέον μπορεί να προσφέρει το καταναλωτικό κίνημα και το οποίο ο περισσότερος κόσμος δεν γνωρίζει.

Πρόσφατα, είχαμε την επίσκεψη του Γερμανού πρόξενου στην Ελλάδα κ. Φούχτελ, ο οποίος ανέφερε ότι στην Γερμανία για να λειτουργήσει ένας δήμος, χρειάζεται το 1/3 των εργαζόμενων δημοσίων υπαλλήλων που δουλεύουν σε ένα Ελληνικό δήμο. Η αναφορά αυτή στον δημόσιο τομέα, από τον κ. Φούχτελ, έγινε με σκοπό να τονιστεί η ύπαρξη ενός τεράστιου γραφειοκρατικού μηχανισμού που συντηρεί ένα μεγάλο αριθμό δημοσίων υπαλλήλων.

Το κράτος, για να μπορέσει να συντηρήσει αυτό τον μεγάλο γραφειοκρατικό μηχανισμό, έχει μεγάλα έξοδα τα οποία καλύπτει κυρίως μέσω του Φ.Π.Α., το κόστος του οποίου, μεταβιβάζεται στα προϊόντα. Σήμερα, ο μέσος Έλληνας καταναλωτής υποχρεώνεται να πληρώσει σχεδόν 30% Φ.Π.Α. της τιμής του προϊόντος, δηλαδή το 1/3 περίπου του συνολικού του κόστους, κάτι το οποίο είναι παράλογο. Όμως, το πιο παράλογο απ’όλα, είναι ότι αυτό το ποσό των χρημάτων το οποίο υφαρπάζει το κράτος μέσω του Φ.Π.Α., αποδίδεται στην πληρωμή ενός τεράστιου αριθμού και ως επί των πλείστων ανάξιων και μη αποδοτικών δημοσίων υπαλλήλων. Γιατί λοιπόν ο έλληνας πολίτης-καταναλωτής να συνεχίζει να πληρώνει από την τσέπη του, για την διατήρηση ενός τέτοιου «βαμπιρικού» κρατικού μηχανισμού, από την στιγμή που ο μισθός του μειώνεται. Η απάντηση για άλλη μια φορά και δεν με πειράζει να το επαναλαμβάνω διαρκώς, είναι η ύπαρξη ενός ισχυρού καταναλωτικού κινήματος το οποίο θα πρέπει να συμπεριλάβει και αυτή την συνισταμένη στο σύνολο των δράσεων του και να απαιτήσει την μείωση του όγκου του κρατικού μηχανισμού, που αυξάνει μέσω του Φ.Π.Α. τις τιμές των προϊόντων, γονατίζοντας τις ασθενέστερες οικονομικά κοινωνικές ομάδες για λογαριασμό των μη παραγωγικών δημοσίων υπαλλήλων.

ΠΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΕΝΑ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΠΟΥ ΟΡΓΑΝΩΘΗΚΕ ΜΕ ΠΕΝΙΧΡΑ ΜΕΣΑ, ΞΕΠΕΡΑΣΕ ΚΑΘΕ ΣΧΕΤΙΚΟ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟ ΓΕΓΟΝΟΣ

Πάνω από 500 Σύνεδροι συμμετείχαν στο Συνέδριο και  παρουσιάστηκαν 80 εισηγήσεις σε 13 ΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΕΝΟΤΗΤΕΣ

*Του Ευάγγ. Σπινθάκη και Κων. Σκριάπα

Όταν ξεκινήσαμε να οργανώνουμε το 1ο Συνέδριο Κοινωνικής Οικονομίας , είχαμε σκεφτεί ότι η πρωτοβουλία αυτή θα ενισχυόταν από την πολιτεία και τους λοιπούς φορείς και θα έβρισκε πόρους, ιδίως αν σκεφτεί κάποιος τα ποσά που έχουν διατεθεί τα τελευταία 5 χρόνια για την κοινωνική οικονομία.


Τελικώς δεν υπήρξε καμιά επίσημη υποστήριξη. Το συνέδριο πέτυχε χωρίς καμιά υποστήριξη από όσους υποτίθεται ότι προωθούν την κοινωνική οικονομία. Το συνέδριο πέτυχε γιατί στηρίχτηκε από πολλούς φορείς της κοινωνίας πολιτών και κοινωνικής οικονομίας από τα κάτω.
Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Το ότι ήταν απόλυτη ανάγκη να οργανωθεί από τα κάτω ένα «Ανοικτό συνέδριο κοινωνίας πολιτών για την κοινωνική οικονομία» είναι γνωστό από καιρό. Αλλά, επειδή είναι επίσης γνωστό ότι τα συνήθη συνέδρια κοστίζουν πολλά χρήματα, 30 με 40 χιλιάδες ευρώ περίπου, ήταν αβέβαιο για πολλούς το αν μπορούσαμε να τα καταφέρουμε τελικά. Σκεφτήκαμε ωστόσο ότι αξίζει τον κόπο να το προσπαθήσουμε.
Βασική μας δύναμη στην αρχή, ήταν μια μικρή ομάδα από οργανώσεις κοινωνίας πολιτών και κοινωνικές επιχειρήσεις. Δεσμευτήκαμε ότι θα ξεκινήσουμε, πιστεύοντας ότι όλα θα βρεθούν στην διαδρομή. Αρχίσαμε να συναντιόμαστε από τον Ιανουάριο τακτικά κάθε Τετάρτη, για να λύσουμε οργανωτικά ζητήματα και να θέσουμε τους στόχους του συνεδρίου. Δεν ήταν εύκολη διαδικασία, υπήρξαν διαφωνίες, αλλά τελικώς οι αποφάσεις λαμβάνονταν ομόφωνα.

Αρχικώς απευθυνθήκαμε σε όλους όσοι δραστηριοποιούνται στην κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία, για να κάνουμε ένα μαζικό συνέδριο όπου θα παρουσιάζονταν όλες οι απόψεις. Πράγματι, οι φορείς που πλαισίωναν την αρχική επιτροπή αυξάνονταν. Υπήρχαν βεβαίως και φορείς που αρνήθηκαν να συμμετάσχουν σε ένα μαζικό ανοικτό συνέδριο γιατί προτεραιότητα έχει «να δούμε ποιοι συμμετέχουν». Αυτό δεν μας πτόησε, εμείς είμαστε υπέρ των ανοικτών συστημάτων όπου συμμετέχουν όλοι οι φορείς της κοινωνικής οικονομίας, εκτός από τους γνωστούς μεταμφιεσμένους φορείς που ελέγχονται είτε από τον ιδιωτικό τομέα, είτε από το κράτος. Αντιληφθήκαμε βεβαίως αργότερα ότι κάποιοι φορείς οργάνωσαν γεγονότα, πάνω στην ημερομηνία που είχαμε εμείς ανακοινώσει.!!!

Διαπιστώσαμε επίσης ότι φορείς της κοινωνικής οικονομίας ΔΕΝ είναι οι συνήθεις φορείς που βαφτίστηκαν έτσι από το θεσμικό πλαίσιο για να συμμετάσχουν σε δήθεν προγράμματα κοινωνικής οικονομίας, αλλά οι άλλοι, οι πολλοί άγνωστοι εθελοντικοί φορείς της κοινωνίας πολιτών στις γειτονιές, στα χωριά που χρόνια τώρα προσφέρουν εθελοντικό έργο με πλούσια αποτελέσματα, χωρίς να έχουν οικονομική υποστήριξη, χωρίς να έχουν προβολή, αλλά συμβάλλουν με τον δικό τους αφανή τρόπο σε δράσεις για το περιβάλλον, τον πολιτισμό, τις τέχνες, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την κοινωνική φροντίδα κλπ. Προσπαθήσαμε λοιπόν να στείλουμε το μήνυμά μας στους πολλούς μικρούς τοπικούς φορείς και συλλόγους. Ξεκινήσαμε μια εκστρατεία ενημέρωσης σε 12 πόλεις της χώρας, όπου οργανώσαμε ημερίδες και συναντήσεις με τοπικούς φορείς. Καταφέραμε να έχουμε κοντά μας, αρκετές εθνικοτοπικές ομοσπονδίες οι οποίες χρόνια τώρα κάνουν κοινωνική οικονομία και δεν το γνωρίζουν, ούτε βεβαίως τους το αναγνωρίζει κανείς επίσημος, από όσους σχεδιάζουν τα σχετικά προγράμματα. Αυτή είναι η άδηλη κοινωνική οικονομία!

Απευθυνθήκαμε σε επιχειρήσεις και ιδρύματα για χορηγίες. Λάβαμε αρνητικές απαντήσεις. Απευθυνθήκαμε σε Περιφέρειες και Δήμους. Καμιά απάντηση. Γνωρίζουμε ότι παρόμοια συνέδρια οργανώνονται πλουσιοπάροχα, αλλά για ένα συνέδριο από τα κάτω, δεν υπάρχει μία. Η πρώτη επιτυχία είναι η θετική ανταπόκριση του δήμου Αθηναίων και του δημάρχου κ. Καμίνη προσωπικώς που έθεσε το συνέδριο υπό την αιγίδα του.
Απευθυνθήκαμε σε μέσα μαζικής ενημέρωσης, ιδίως όσα προβάλλουν την κοινωνική οικονομία. Κατά τα άλλα, αντιμετωπίσαμε είτε την σιωπή, είτε την αδυναμία λόγω «έλλειψης χώρου». Αντιληφθήκαμε ότι η υπόθεσή μας δεν θα καλυφτεί από τα ΜΜΕ. Δεν μας ενόχλησε, είχαμε τα κοινωνικά δίκτυα, τα mail, τις ιστοσελίδες, τα Group-Mails , το FB, τα οποία όπως αποδείχτηκε ήταν αρκετά. Τελικώς ανταποκρίθηκε μόνο ο «Αθήνα 984». Θετική από την πρώτη στιγμή ήταν και η υποστήριξη του SKYWALKER με την ηλεκτρονική και την έντυπη έκδοσή της.

Μέχρι τότε δεν υπήρχε ούτε ένα (1) ευρώ για το συνέδριο. Έπρεπε να υπάρξει ένα ελάχιστο ποσό. Ούτως ή άλλως, συνδρομές για εγγραφές δεν θα ζητούσαμε. Προτείναμε σε φορείς των οργανωτών που είχαν την οικονομική δυνατότητα να βάλουν από 500 ευρώ. Πόσο κάνει ένα συνέδριο το οποίο οργανώνουν 20 ομοσπονδίες και δίκτυα οργανώσεων της κοινωνίας πολιτών και κοινωνικών επιχειρήσεων, στο οποίο παρουσιάζονται 80 εισηγήσεις και στο οποίο συμμετέχουν 500 σύνεδροι; Απάντηση 3200 ευρώ!

Πράγματι βρέθηκαν 6 φορείς που έβαλαν από 500 ευρώ και άλλος ένας φορέας που κάλυψε την έκδοση του προγράμματος του συνεδρίου με 1000 ευρώ. Αυτά ήταν όλα. Βεβαίως δεν μπορέσαμε να καλύψουμε κόστη μεταφοράς και διαμονής των συνέδρων από τις περιφέρειες. Όσοι κατάφεραν και ήλθαν, και ήταν αρκετοί, το έκαναν με προσωπικά τους έξοδα.

Παράλληλα έπρεπε να βρεθεί ο χώρος διεξαγωγής του συνεδρίου. Τα ξενοδοχεία ζητούσαν υπέρογκα ποσά, οι άλλες διαθέσιμες αίθουσες ήταν κλεισμένες. Τότε συνέβη το εξής. Το Τμήμα κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών ,δέχτηκε την πρότασή μας να είναι συνδιοργανωτής του συνεδρίου και μάλιστα παραχώρησε και δωρεάν χώρο.

Απευθυνθήκαμε σε υπουργούς και στελέχη του κρατικού μηχανισμού και των ΟΤΑ να παρευρεθούν στο συνέδριο. Άλλοι ήλθαν και συμμετείχαν ενεργά, άλλοι απλώς παρευρέθηκαν και χαιρέτησαν, άλλοι απάντησαν ευγενικά ότι έχουν «ειλημμένες υποχρεώσεις» εκείνες τις μέρες, άλλοι υπουργοί δεν μπήκαν στον κόπο καν να απαντήσουν, αλλά προλαβαίνουν να πάνε σε κάθε ημερίδα που οργανώνεται σε κάθε πόλη!!!

Ωστόσο παρά όλα τα παραπάνω, τίποτε δεν θα είχε επιτευχθεί χωρίς τις φιλότιμες προσπάθειες μιας ομάδας 30 ανθρώπων που αφιέρωσαν όχι μόνο ατελείωτες μέρες και ώρες, αλλά αφιέρωσαν και πολύ στοχασμό και σκέψη για την ολοκλήρωση του εγχειρήματος. Στην ουσία αυτό που κίνησε το συνέδριο ήταν ο συνεργατισμός των οργανωτών του. Εδώ ο σκοπός ταυτίστηκε με το μέσο και αυτή είναι η μεγάλη επιτυχία του συνεδρίου. Δημιουργήθηκαν συνέργειες, οργανώθηκαν συμπράξεις και συνεργασίες μεταξύ διαφορετικών ομάδων ανθρώπων που συναντήθηκαν για ένα τριήμερο. Το πώς το συνέδριο αυτό θα συμβάλλει στην ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας στην χώρα μας, είναι ένα καράβι που, ευτυχώς, έχει φύγει πια από το λιμάνι και ταξιδεύει.

Οι οργανωτές του συνεδρίου πάντως δεν σταματούν εδώ. Εργάζονται για την δημιουργία κοινωνικού εταίρου της κοινωνικής οικονομίας και προσπαθούν να ενώσουν πολλές δυνάμεις προς αυτήν την κατεύθυνση. Συγκροτούν μια ομάδα μεντόρων της κοινωνικής οικονομίας αναδεικνύοντας το ανθρώπινο δυναμικό που πλαισίωσε το συνέδριο. Οργανώνουν Summer School για την κοινωνική οικονομία στα Καλάβρυτα 27-31 Ιουλίου 2016. Θα είναι παρόντες σε όσα αφορούν την κοινωνική οικονομία στην χώρα.

Επόμενος μεγάλος στόχος το 2ο «Ανοικτό συνέδριο κοινωνίας πολιτών για την κοινωνική οικονομία» του 2017. Τα καλύτερα έρχονται.
«Σήμερα που σαπίζει ο κόσμος κι η ατιμία κι ο συμβιβασμός εξευτελίζουν και τις πιο γενναίες ψυχές, μια μονάχα ταχτική είναι πραχτική και συμφέρει. Να’ σαι ανένδοτος» Νίκος ΚαζαντζάκηςΠληροφορίες για το Συνέδριο : www.synedriokalo.gr

Ο ΕΘΕΛΟΝΤΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ο εθελοντισμός στην Ελλάδα συναντάται κυρίως σε άδηλη μορφή μέσα από παραδοσιακούς θεσμούς αλληλεγγύης όπως τοπικοί σύλλογοι, ενορίες της εκκλησίας και άλλα φιλανθρωπικά σωματεία και ιδρύματα. Όλες αυτές οι δραστηριότητες δεν καταγράφονται σε επίσημες στατιστικές.

Τα τελευταία χρόνια εμφανίστηκαν βεβαίως και άλλες σύγχρονες μορφές που χρηματοδοτήθηκαν κυρίως από το ΕΚΤ.  Αυτή η δηλωμένη δραστηριότητα που αναπτύσσεται μέσω ΜΚΟ επισκιάζει ένα μεγάλο μέρος της αυθεντικής κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας και συνάμα στρεβλώνει τις πολιτικές που προωθούν οι κυβερνήσεις.


Ο συνεργατισμός όμως ως διαδικασία προϋποθέτει την αναγνώριση της ισοτιμίας και των άλλων άτυπων μορφών κοινωνικής οικονομίας οι οποίες μάλιστα έχουν μακρά παράδοση και βαθιές ρίζες στην χώρα και συγκροτούν ως ένα βαθμό το κοινωνικό κεφάλαιο.

Έτσι εκτός από την άδηλη οικονομία που αναδύεται μέσα από την κρίση, ο ρόλος της κοινωνίας πολιτών, οι θεσμοί αλληλεγγύης και ο συνεργατισμός είναι το ύστατο οχυρό, ο εναλλακτικός τρόπος επιβίωσης των πλέον αδυνάτων τμημάτων της κοινωνίας. Ας σημειώσουμε ότι ο κόσμος των συλλόγων συμπεριλαμβάνει  ανθρωπιστικές οργανώσεις, κοινωνικές δομές αλληλεγγύης, πολιτιστικούς και οικολογικές οργανώσεις, κοινωνικούς ακτιβιστές και ενεργούς πολίτες. Η δράση τους είναι πολύ σημαντική γιατί γιατρεύει τις  πληγές που προκαλεί ο άκρατος ανταγωνισμός, αλλά και δημιουργεί ολοένα θέσεις εργασίας σε πεδία όπου η αγορά δεν έχει ενδιαφέρον να επενδύσει και το κράτος αποσύρεται λόγω στενότητας πόρων.

ΣΥΜΜΕΤΟΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΑΝΟΙΚΤΟΤΗΤΑ,  ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ.

Το θαύμα της άμεσης δημοκρατίας στην Αθήνα του 5ου αι. π.Χ. της άυλης πνευματικής διαδικασίας είναι ένα ιστορικό παράδειγμα αποτυπωμένο στη πολιτιστική κληρονομιά, τα μάρμαρα και τους βράχους της Ακρόπολης των Αθηνών ως παράδειγμα στην συλλογικής δημιουργίας. Η συμμετοχική δημοκρατία σήμερα είναι η έκφραση της ανοικτότητας, του διαλόγου, της διαφάνειας, του κοινωνικού ελέγχου που ενισχύει την συλλογική δημιουργία. Ο συνεργατισμός είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για τα παραπάνω, αλλά και δύναμη εκκίνησης της κοινωνικής οικονομίας. Παράλληλα ο συνεργατισμός ξεκινά από την οργανωμένη κοινωνία πολιτών και αξιοποιεί τις ως τώρα θετικές της εμπειρίας επιδιώκοντας να τις συνδέσει με το νέο αναπτυσσόμενο ρεύμα που προέκυψε κυρίως  με την ψήφιση του ν. 4019/11 στα χρόνια της κρίσης.

Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΑΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Το έλλειμμα της κοινωνικής οικονομίας που καταγράφεται στην χώρα, πρέπει να εννοηθεί ότι οφείλεται στην μη αναγνώριση των ποικίλων μορφών εθελοντισμού, ως φορέα κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας σε δευτεροβάθμιο και τριτοβάθμιο επίπεδο. Αυτή ήταν η συνέπεια του κατακερματισμού του «κόσμου των συλλόγων» που ιδιοτελώς  υπέθαλψε  ποικιλοτρόπως το πελατειακό κράτος. Η ανάγκη για πανελλήνια πλατφόρμα κοινωνικής οικονομίας, για  εθνική πλατφόρμα, για πανελλήνιο σύνδεσμο ή συνομοσπονδία έχει πλέον ωριμάσει. Επείγει η ενοποίηση των οργανώσεων και των φορέων της κοινωνίας πολιτών και των κοινωνικών επιχειρήσεων κάθε μορφής για την θεσμική ολοκλήρωση των πολιτικών για την κοινωνική οικονομία. Μόνο το κοινωνικό συνειδητοποιημένο υποκείμενο – κοινωνικός εταίρος και συγκροτημένο θεσμικά μπορεί  να επιβάλλει σοβαρή πολιτική για τον τρίτο τομέα της κοινωνικής οικονομίας στην Ελλάδα.  Βρισκόμαστε στην εποχή του συνεργατισμού όχι μόνο των ανθρώπων, αλλά και των συλλογικοτήτων παλαιών και νέων.

Η ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΟΛΙΤΩΝ Ως ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Η κοινωνική οικονομία παρά την κυβερνητική της αναγνώριση και την προώθησή της από την Ε.Ε. τα τελευταία χρόνια παραμένει μια άγνωστη έννοια για το 98% του Ελληνικού πληθυσμού. Ακόμη και πολλοί συνεταιριστές και εμπλεκόμενοι με το χώρο αγνοούν τη γενικότερη σημασία της για το σύνολο της  οικονομία. Παραμένει άγνωστη καθώς το όλο ζήτημα είναι υποβαθμισμένο και απουσιάζει η αναγκαία ενημέρωση από μαζικά μέσα επικοινωνίας.


Πολλοί έτσι συγχέουν αυτή την έννοια της κοινωνικής οικονομίας με την φροντίδα του κράτους και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης για κοινωνική μέριμνα και αλληλεγγύη προς ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες, αλλά αυτό δεν είναι κοινωνική οικονομία που περιέχει το συστατικό της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και του συνεργατισμού. Είναι κοινωνική πρόνοια του κράτους που δυστυχώς πουθενά πλέον δεν επαρκεί και ιδιαίτερα σε οικονομίες που βρίσκονται σε κρίση.

Η κοινωνική οικονομία διακρίνεται κατά βάση από το υποκείμενο της επιχειρηματικότητας, το οποίο εμπλέκεται και συμμετέχει κάθε φορά υπό την μορφή συλλογικότητας μέσα από μια κοινωνική ομάδα. Διαφορετικά η αλληλεγγύη και μόνο με την έννοια ότι  οι εύποροι προσφέρουν στους  φτωχούς δεν συνιστά κοινωνική οικονομία αλλά όπως παραδοσιακά γνωρίζουμε φιλανθρωπία.

Από την άλλη μεριά ούτε μια συνεταιριστική ομάδα ανέργων συνιστά από το καταστατικό της φορέα κοινωνικής οικονομίας, εάν η δράση της δεν έχει μετρήσιμο κοινωνικό αντίκτυπο. Εάν δεν καλύπτει με αποτελεσματικότερο τρόπο κοινωνικές ανάγκες από το κράτος.

Το γεγονός ότι κάποιοι άνεργοι μπορούν να βρουν εργασία με αυτό τον τρόπο κάνοντας οποιαδήποτε δουλειά είναι σημαντικό αλλά, δεν συνιστά κατά ανάγκη κοινωνική επιχειρηματικότητα, γιατί η κοινωνική οικονομία στοχεύει σε κάτι πιο ουσιαστικό: στον περιορισμό της διαμεσολάβησης και στη μείωση του κόστους συναλλαγών.

Στοχεύει στο αμοιβαίο όφελος παραγωγού και καταναλωτή και με αυτή την έννοια ο καταναλωτής είναι και συμμέτοχος στην επιχείρηση με χαρακτηριστικό παράδειγμα τους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς. Κι αυτό προϋποθέτει κοινωνικό υποκείμενο, κοινότητες και κοινωνικό κεφάλαιο που επενδύεται σ΄ένα σχετικό εγχείρημα.

Κατά αυτό τον τρόπο μπορούν να οργανωθούν υπηρεσίες υγείας, παιδείας, ασφαλιστικά ταμεία, τουρισμός και ψυχαγωγικές εκδηλώσεις.

Έχουμε πολλά παραδείγματα, με κοινωνικά ιατρεία, κοινωνικά φροντιστήρια, και πολιτιστικούς φορείς για να κατανοήσουμε τη σημασία αυτής πρακτικής, αλλά βρισκόμαστε εντελώς στην αρχή και απέχουμε πολύ ώστε να ικανοποιηθούν οι ανάγκες που έχουν προκύψει από την διόγκωση της φτώχειας και της ανεργίας.

Θα πρέπει επίσης να επισημάνουμε ότι η κατ΄επάγγελμα  διαχείριση κονδυλίων του ΕΣΠΑ από ΜΚΟ και ΚΕΚ δεν αποτελούν φορείς κοινωνικής οικονομίας όπως τους «βαπτίζει» κατά περίπτωση η κρατική γραφειοκρατία.

Ο νέος νόμος 4430/16 για πρώτη φορά βάζει σε μια τάξη τα πράγματα  στο τι είναι και τι δεν είναι κοινωνική οικονομία, διαχωρίζοντας τις κοινωνικές επιχειρήσεις από το δημόσιο και την αγορά.

Το κυριότερο όμως είναι ότι προβλέπει τη θεσμοθέτηση σε δευτεροβάθμιο και τριτοβάθμιο επίπεδο ώστε να είναι εφικτή και η ενιαία έκφραση του χώρου.

Έχουμε πλέον το θεσμικό εργαλείο που έλλειπε από την χώρα μας, για την ενότητα του υποκειμένου της κοινωνικής οικονομίας, αλλά οφείλουμε να κατανοήσουμε και την ιστορική ανάγκη της μετατόπισης της οικονομίας των σχέσεων και των μορφών εργασίας.

Για αυτό πρέπει να αναδείξουμε τις ανάγκες που προκύπτουν από τις ραγδαίες τεχνολογικές αλλαγές.

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ ΑΥΤΟΝΟΜΙΑΣ ΤΟΥ ΧΩΡΟΥ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ

Θα προσεγγίσουμε κατ΄ αρχήν την κοινωνική οικονομία ως ένα παγκόσμιο πραγματιστικό φαινόμενο που αναγνωρίζεται από τους διεθνείς οργανισμούς  και την Ε.Ε. ενώ στην Ελλάδα υπάρχει  ένα θολό  και με μικρή αναγνωρισιμότητα.

Θα εξετάσουμε ποια είναι τα δεδομένα της  Ελληνικής πραγματικότητας  στην κοινωνική οικονομία ;

Θα εξηγήσουμε πως προκαλείται η σύγχυση του όρου σε σχέση με τις πολιτικές που εφαρμόζονται;

Θα αναδείξομε πως οι νέες τεχνολογίες μετατοπίζουν τις μορφές οργάνωσης της εργασίας και καθιστούν αναγκαία την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας.

Ποιοι είναι οι τομείς εφαρμογής;


Ποιο είναι το υποκείμενο της κοινωνικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας και γιατί είναι αναγκαίος όρος το κοινωνικό κεφάλαιο.

Σε όλο τον κόσμο οι πιο ανθεκτικές και βιώσιμες οικονομίες, τα τελευταία χρόνια που βρισκόμαστε σε περιόδους κρίσης είναι εκείνες που έχουν αναπτύξει ένα σημαντικό κομμάτι στο τομέα  της κοινωνικής οικονομίας. Αντικειμενικά πρόκειται για μια αναγκαία συνθήκη που τις θωρακίζει έναντι στην ανεργία και την φτώχεια. ¨όλα τα στοιχεία που έχουμε μας δείχνουν ότι στις ανεπτυγμένες χώρες της δύσης, αλλά και γρήγορα αναπτυσσόμενες χώρες Κίνα και Ινδία το 10%-12% του ΑΕΠ δημιουργείται από τις κοινωνικές επιχειρήσεις και συνεταιρισμούς. Πάνω από 1 δισ. άνθρωποι είναι μέλη συνεταιρισμών. Οι συνεταιρισμοί έχουν δημιουργήσει πάνω από 100 εκατ. θέσεις εργασίας (20% περισσότερες από τις πολυεθνικές εταιρείες) και υποστηρίζουν πάνω από 270 εκατ. θέσεις εργασίας (κυρίως μεμονωμένων παραγωγών). Στην Ευρώπη, πάνω από 160 εκατ. πολίτες είναι μέλη σε 2 εκατομμύρια συνεργατικά εγχειρήματα Κ.ΑΛ.Ο. (το 10% των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων), που δίνουν εργασία σε περισσότερα από 15,5 εκατ. άτομα. Υπολογίζεται ότι ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι σε όλο τον κόσμο συμμετέχουν εργασιακά η ως μέτοχοι σε συνεταιρισμούς και ο ρυθμός αυτός είναι αυξανόμενος. Στην Ελλάδα τα αντίστοιχα μεγέθη της κοινωνικής οικονομίας είναι λιγότερο από 2%. Κι αυτό είναι ένα έλλειμμα που κοστίζει πολύ στην αντιμετώπιση της ανεργίας και του κοινωνικού αποκλεισμού.

ΟΙ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ

Από τους διεθνείς οργανισμούς αναγνωρίζεται ότι, η κοινωνική οικονομία είναι ένας από τους βασικός πυλώνες μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων – και καταπολέμησης της ανεργίας και φτώχειας  για τον 21ο αιώνα.

Αναγνωρίζεται ότι η κοινωνική οικονομία είναι αναγκαίος όρος, για την ανακατεύθυνση και στόχευση των νέων τεχνολογιών προς την επινόηση νέων θέσεων εργασίας και εισοδημάτων.

Αναγνωρίζεται παράλληλα ότι είναι ο χώρος θεσμικής και πολιτικής καινοτομίας και αυτοοργάνωσης της κοινωνίας.  Δηλαδή  ο χώρος ουσιαστικής αλληλεπίδρασης  για  την συμμετοχική δημοκρατία και μέθεξη με τη συλλογική δημιουργία της κοινωνίας πολιτών.

ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΤΗΣ  ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Αντίθετα στη χώρα μας  που κυριαρχείται από τον κρατισμό ελάχιστα αναγνωρίζεται και  προβάλλεται από το Ελληνικό πελατειακό πολιτικό -κομματικό σύστημα αυτή η ζωτική αλήθεια. Κατά συνέπεια ο τρίτος τομέας της οικονομίας όχι μόνο δεν ενισχύεται αλλά υφαρπάζονται οι πόροι του  Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου που προορίζονται  για αυτό σκοπό για να καλύψουν  λειτουργικές ανάγκες ενός υπερτροφικού κράτους.

Ένα παράδειγμα είναι τα προγράμματα stage που επανήλθαν το 2012 ως κοινωφελή εργασία στο δημόσιο και τους Δήμους ενώ όλοι γνωρίζουν ότι πρόκειται για προσωρινά επιδοτούμενους για την γραφειοκρατία στο δημόσιο και τους Δήμους.

Το ιστορικό της υπόθεσης έχει ως εξής:

Την περίοδο 2010-11 επί Κυβέρνησης Παπανδρέου προγραμματίστηκε (από την Κατσέλη ως υπουργό) ένα ποσόν πάνω από 1 δις στο οποίο είχαν πρόσβαση οι φορείς κοιν. οικονομίας.

Συγκεκριμένα 500 περίπου εκατ. ευρώ για την κοινωφελή εργασία που είχε δοθεί τότε στις οργανώσεις που συνέπρατταν με ΟΤΑ και εφορείες αρχαιοτήτων. Άλλα  300 εκατ. ευρώ για  προγράμματα  τοπικών συμπράξεων. Για το Ταμείο Κοιν. Οικονομίας προγραμματίστηκαν  60 εκατ. ευρώ και  20 εκατ. ευρώ για τους μηχανισμούς στήριξης της Κοιν. Οικονομίας. Περίπου 200 εκατ. ευρώ για την δια βίου μάθηση στην οποία είχαν πρόσβαση φορείς μη κερδοσκοπικού τομέα.

Όταν το 2012 ανέλαβε η Κυβέρνηση Σαμαρά –Βενιζέλου άλλαξε πολιτική και επανέφερε τα με ψευδεπίγραφο τίτλο «Κοινωφελής εργασία» πάλι τα  stage στο δημόσιο και τους Δήμους. Στη τρέχουσα περίοδο της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ _ΑΝΕΛ τα διαθέσιμα αντίστοιχα ποσά για τη πολυδιαφημιζόμενη Κοινωνική Αλληλλεγγυα οικονομία είναι μόλις 58 εκ. και μαζί με τις περιφέρειες δεν ξεπερνούν τα 150 εκατ. για όλο το ΕΣΠΑ 2014-2020!! Εύλογο λοιπόν το ερώτημα: Πώς θα φτάσουμε άραγε στο 5% του ΑΕΠ στην  κοιν. οικονομία όταν διαθέτουμε μόλις το 0,2 των πόρων (ΕΣΠΑ συν το πακέτο Γιούνγκερ).

Το χειρότερο από όλα όμως είναι ότι  ο χώρος των κοινωνικών επιχειρήσεων και συνεταιρισμών συκοφαντείται συστηματικά από τις γραφειοκρατικές διευθυντικές Ελίτ που τον λεηλατούν τους πόρους  υπέρ συντεχνιακών τους συμφερόντων.

Έτσι  παρουσιάζεται ως «Κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία» μια εικονική (Ματριχ) κατάσταση για το φαίνεσθαι που ελάχιστη σχέση έχει με την πραγματικότητα με κύριο χαρακτηριστικό την χρηματοδότηση σε καμπάνιες για την κοινωνική οικονομία χωρίς περιεχόμενο που στην καλύτερη περίπτωση είναι τα συσσίτια στους δήμους και τα σχολεία. Για τις κοινωνικές επιχειρήσεις τα τελευταία χρόνια υπάρχουν μόνο υποσχέσεις που δεν υλοποιούνται ποτέ. Υπάρχει ένα ιδεολογικό νεφέλωμα σκόπιμα ή όχι που καλύπτει τον διακριτό τομέα της κοινωνικής επιχειρηματικότητας με τον όρο της αλληλεγγύης και φιλανθρωπίας έναντι της φτώχειας που είναι σεβαστή μεν δραστηριότητα αλλά εντελώς διαφορετικό πράγμα.

ΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Η κοινωνική οικονομία και η κοινωνική επιχειρηματικότητα είναι δυο έννοιες που πηγαίνουν μαζί. Δεν υπάρχει το ένα χωρίς το άλλο. Δεν υφίσταται κοινωνική οικονομία σε μια χώρα και δεν μπορεί να μετρηθεί  ως πάρεργο φιλανθρωπίας και  αλληλεγγύης του κράτους και της αγοράς. Άλλο πράγμα είναι το κοινωνικό κράτος και άλλο η ιδιωτική χορηγία για φιλανθρωπικούς σκοπούς που ας σημειώσουμε υπήρξε σε όλες τις εποχές.

Η κοινωνική οικονομία προϋποθέτει συλλογικό υποκείμενο  κοινωνικής επιχειρηματικότητας που μπορεί να είναι ένας συνεταιρισμός η μια μη κερδοσκοπική εταιρεία. Διακρίνεται από την αυθύπαρκτη παραγωγικότητα αγαθών και υπηρεσιών που εξασφαλίζει στα μέλη της. Προϋποθέτει αυτονομία και διαχωρισμό από το κράτος και την αγορά για να μπορεί να αναπτυχθεί με ξεχωριστούς κανόνες αυτοδιαχείρισης οι οποίοι  διαφέρουν ουσιαστικά από την ιδιωτική οικονομική του κέρδους και τα δημόσια οικονομικά αλλά και στα κίνητρα στο ζήτημα των επενδύσεων.

Στις κοινωνικές επιχειρήσεις επενδύουν οι ίδιες οι κοινωνικές ομάδες με οικονομικό και κοινωνικό κεφάλαιο. Το κράτος και οι Δήμοι μπορεί να είναι εταίροι σε μια σύμπραξη με κοινωνικές επιχειρήσεις όχι όμως μοναδικοί εταίροι.

Αυτοί οι διαχωρισμοί είναι αναγκαίοι για τη χάραξη πολιτικής στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας, διαφορετικά υπάρχει σύγχυση και ψευδεπίγραφες πολιτικές για την κοινωνική οικονομία που μπορεί άλλοτε να είναι αφελείς από άγνοια, αλλά και σκόπιμες που υποκρύπτουν άλλους στόχους.

Η ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας σήμερα γεννιέται ως επιταγή  από την στιγμή που το κράτος και η αγορά αδυνατούν να καλύψουν το σύνολο των αναγκών σε αγαθά και υπηρεσίες για το σύνολο του πληθυσμού και χρειάζονται συλλογικές επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και συνεργατισμός για να καλυφθούν πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας.

Για αυτό είναι λάθος να ταυτίζουμε την κοινωνική οικονομία με την αλληλεγγύη και την φιλανθρωπία της ετερότητας που είναι βέβαια επιθυμητή, αλλά δεν συνιστά κοινωνική επιχειρηματικότητα που είναι αλληλεγγύη και συνεργατισμός της κοινότητας που παράγει και καταναλώνει αγαθά χωρίς το σκοπό του κέρδους.

Στο ερώτημα πως εμπλέκεται το κράτος σε αυτή την διαδικασία πρέπει να απαντήσουμε, πως το κράτος εμπλέκεται παντού αφού φορολογεί όλους τους πολίτες και τις κοινωνικές επιχειρήσεις αλλά και παρεμβαίνει στην αναπτυξιακή πολιτική. Δεν μας φορολογεί για να μας παρέχει μόνο ασφάλεια αλλά και παιδεία, υγεία και αναπτυξιακά κίνητρα.

Έχει υποχρέωση λοιπόν να στηρίξει την κοινωνική οικονομία. Η διαφορά μας είναι ότι το κράτος και οι Δήμοι δεν μπορεί να είναι θεσμικά κοινωνικοί επιχειρηματίες.

Υπάρχει όμως ένας πρόσθετος λόγος ιστορικής σημασίας για την στήριξη της κοινωνικής οικονομίας από τους πολιτικούς θεσμούς που υπαγορεύεται από τις μεγάλες τεχνολογικές αλλαγές μετατοπίσεις αναγκών και μορφών εργασίας.

ΜΕΓΑΛΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ

ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΕΙΣ ΑΝΑΓΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΡΦΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Το πιο εντυπωσιακό κοινωνικό φαινόμενο τον τελευταίο αιώνα, είναι η μετατόπιση των αναγκών και των μορφών εργασίας παράλληλα με την υπερσυγκέντρωση πληθυσμού στα αστικά κέντρα. Ένα άλλο καθοριστικό φαινόμενο είναι αυτό της μισθωτής εργασίας που κυριάρχησε στην συγκεντροποίηση της παραγωγής αλλά και της υπερδιόγκωσης του οικονομικού ρόλου του κράτους.

Αν σκεφτούμε ότι περί το 1920 οι δημόσιες δαπάνες πέρα από τις πολεμικές δαπάνες βρισκόταν περίπου στο 10% του ΑΕΠ, ενώ σήμερα στην Ελλάδα έχει ανέλθει περίπου στο 50%. θα δούμε πόσο έχουν στενέψει τα περιθώρια της κρατικής παρέμβασης.

Τα οικονομικά μεγέθη των μετατοπίσεων όμως δεν σταματούν εδώ. Πριν ένα αιώνα το 80% της οικονομίας βασιζόταν κυρίως στην γεωργία και στην μεταποίηση για την ικανοποίηση βασικών αναγκών διατροφής. Ένα μεγάλο μέρος της εργασίας ήταν αφιερωμένο στην παραγωκατανάλωση, δηλαδή οι άνθρωποι της εποχής παρήγαγαν κυρίως για να τραφούν οι ίδιοι και οι οικογένειές τους.

Οι νέες τεχνολογίες και η βιομηχανοποίηση της παραγωγής άλλαξαν άρδην τους συσχετισμούς αυτούς και διαχώρισαν τον παραγωγό από τον καταναλωτή. Η οικονομία εμπορευματοποιήθηκε και απογειώθηκε η μισθωτή εργασία. Σήμερα η αγροτική παραγωγή και η μεταποίηση μαζί δεν υπερβαίνουν το 17% του ΑΕΠ στη χώρα μας. Ένα μεγάλο ποσοστό περίπου 36% αφορά το λιανικό εμπόριο και το υπόλοιπο καλύπτεται από υπηρεσίες στις οποίες εξέχουσα θέση έχει ο τουρισμός, οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις ψυχαγωγίας.

Όλες αυτές οι μετατοπίσεις σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της τεχνολογίας είχαν ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη της παραγωγικότητας σε βασικά αγαθά και την απελευθέρωση του χρόνου των εργαζομένων, γεγονός που προσμετρείται στις ευεργετικές επιδράσεις της βιομηχανοποίησης, ενώ αντίστροφα αρνητικά  όπως συμβαίνει, ο χρόνος αυτός  απορροφάται και διοχετεύεται στον καταναλωτισμό της εμπορευματοποιημένης μαζικής κουλτούρας.

Σύμφωνα, με μια πρόβλεψη του Κέυνς το 1930, η ανάπτυξη της τεχνολογίας θα μπορούσε να μειώσει το ωράριο εργασίας σε 15 ώρες/εβδομάδα το 2000!

Αυτό ασφαλώς δεν συνέβη, όχι γιατί οι σύγχρονες τεχνολογίες δεν μπορούν να προσφέρουν επάρκεια τροφής και κάλυψης βασικών αναγκών στον κόσμο, αλλά γιατί το καταναλωτικό σύστημα εφευρίσκει νέες ανάγκες και προϊόντα που απορροφούν την ζωτική ενέργεια των κοινωνιών στο να καλύψουν βασικές ανάγκες του πληθυσμού.

Αντίθετα, τροφοδοτούνται φαντασιακές ανάγκες κοινωνικού στάτους, με συνακόλουθες παρενέργειες εκτροχιασμού από την ικανοποίηση ζωτικών αναγκών στην ικανοποίηση πλαστών/τεχνητών αναγκών.

Αυτό είναι η συνέπεια μιας «αόρατης σφήνας» μεταξύ παραγωγής και κατανάλωσης. Μία παρενέργεια και της μισθωτής εργασίας ,που υπνωτισμένη προσωρινά σε ένα ασφαλές περιβάλλον, συμβάλλει στον διαχωρισμό  παραγωγού-καταναλωτή και επιτρέπει μια τεράστια αλυσίδα διαμεσολαβήσεων που ανεβάζουν τις τιμές των προϊόντων και φουσκώνουν τις κοινωνικές αξίες της ασημαντότητας ενός star system. Έτσι οι συνέπειες είναι ορατές:

·         Στην τροφή, της οποίας η τιμή σε πολλές περιπτώσεις πολλαπλασιάζεται από το χωράφι, στο ράφι και στο χώρο εστίασης.

·         Στην ψυχαγωγία, όπου η βιομηχανική κουλτούρα συγκεντροποίησε την παραγωγή και την κατανάλωση σε μια ολιγοπωλιακή αγορά (κανάλια και κέντρα διασκέδασης) που απορρόφησε με μύριους τρόπους σημαντικό τμήμα του εισοδήματος και του χρόνου των καταναλωτών.

·         Στην «οικονομία – καζίνο», όπου τα τελευταία χρόνια έχουμε γνωρίσει διάφορες εκδοχές, από το χρηματιστηριακό καζίνο του 2000, στα ποικίλα τυχερά παιχνίδια μέχρι την μεγάλη «φούσκα» του χρηματοπιστωτικού τομέα των τραπεζών.

Οι  τεχνολογικές αλλαγές από μόνες τους, παρά την θεαματική τους ανάπτυξη, ούτε τις ώρες εργασίας μείωσαν, ούτε τις βασικές ανάγκες για όλους ικανοποίησαν. Αντιθέτως, από την δεκαετία του 70 και πέρα οι ανισότητες σταδιακά αυξήθηκαν και  το 1/3 σήμερα της κοινωνίας βρίσκεται στην ανεργία, αποκλεισμένο και από την παραγωγή και από την κατανάλωση.

Στο επικοινωνιακό επίπεδο, βομβαρδιζόμαστε από διάφορους τεχνοκράτες και πολιτικούς ότι οι νέες τεχνολογίες και η  «έξυπνη» διαχείρισή τους θα λύσουν προβλήματα. Μας προβάλλουν «έξυπνα» προϊόντα τα οποία θα κάνουν την ζωή μας καλύτερη. Η πραγματικότητα όμως στο τελικό αποτέλεσμα είναι ότι οι πολίτες και τα κράτη διογκώνουν τα χρέη τους τα οποία σε βάθος χρόνου δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν. Εδώ είναι η αντίφαση και λαβύρινθος των αντινομιών στη χρήση των τεχνολογικών καινοτομιών.

Η χρήση της τεχνολογίας ως όπλο υπεροχής των μεγάλων εταιριών έναντι των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και μικροπαραγωγών που οδηγεί στον οικονομικό και κοινωνικό αποκλεισμό μεγάλα τμήματα του πληθυσμού.

Τώρα επιπλέον, παρατηρούμε μια  αναγκαστική διαρκή μείωση των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα. Για παράδειγμα ηλεκτρονοποίηση στο χώρο των τραπεζών και η αυτοεξυπηρέτηση των συναλλασσόμενων με το e-banking θα απελευθερώσει θέσεις εργασίας και από αυτό το τομέα.

Που θα βρεθούν όμως οι νέες θέσεις εργασίας για να αντικαταστήσουν αυτές που χάνονται;

Η απάντηση είναι ότι μια νέα περίοδος αυτοαπασχόλησης και παραγωκατανάλωσης έρχεται ως αναπόφευκτη λύση. Το «κίνημα χωρίς μεσάζοντες» αλλά και η τάση για νέους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς και γέφυρες συνεργασίας μεταξύ δικτύων καταναλωτών και παραγωγών είναι η πρώτη ένδειξη.

Αυτή η τάση παρεμποδίζεται προφανώς από την γραφειοκρατία και τις οργανωμένες συντεχνίες που είναι βολεμένες από το βιομηχανοποιημένο και συγκεντρωτικό σύστημα οικονομίας. Η ανεργία όμως και η φτωχοποίηση  μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού πιέζουν και η μόνη απάντηση είναι η ενίσχυση της συνεργατικής- κοινωνικής οικονομίας.

ΤΟΜΕΙΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Η Τοπική Αυτοδιοίκηση είναι ένας προνομιακός χώρος για την κοινωνική οικονομία  χάρις στη εγγύτητα προς τον πολίτη και τις κοινωνικές ομάδες που συγκροτούν σχετικές πρωτοβουλίες.

Παρά αυτό το γεγονός συμπιέζεται σήμερα από το κράτος περισσότερο από κάθε άλλο θεσμό περιορίζοντας τους διαθέσιμους οικονομικούς πόρους στο 40% εκείνων που ήσαν διαθέσιμοι πριν από την κρίση.

Αυτές οι συνθήκες μπορούν να διαφοροποιηθούν μόνο με την εφαρμογή των θεσμών της κοινωνικής οικονομίας.

Η Τοπική ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ μπορεί να επενδύσει στην προοπτική  της  κοινωνικής οικονομίας με την ενεργοποίηση ανενεργών υλικών πόρων και του κοινωνικού κεφαλαίου .

Μπορεί να επεκτείνει τις κοινωνικές παροχές και υπηρεσίες της μέσω της κοινωνικής οικονομίας σε μια εποχή που στενεύουν οι παροχές από το κράτος.

Μπορεί μα μειώσει τον μεγάλο κύκλο τριβής και αγκυλώσεων στους πόρους που ξεκινά από τους αυξημένους φόρους των πολιτών από το κράτος για να καταλήξουν μετά από μια μεγάλη γραφειοκρατική διαδρομή στους πολίτες με τη μορφή κοινωνικών παροχών.

Η κοινωνικές επιχειρήσεις για παράδειγμα για τη φροντίδα σε  παιδιά και υπερήλικες  μειώνουν το κόστος και πολλαπλασιάζουν τις παροχές σε τοπικό επίπεδο και η Τ.Α έχει κάθε αντικειμενικό λόγο να τις προωθήσει όπως σε δεκάδες άλλες ανάλογε περιπτώσεις.

Μπορεί να ενισχύσει πρωτοβουλίες

Για την προώθηση στους  ενεργειακούς συνεταιρισμούς για τις ανανεώσιμες πηγές

·         Στον ενεργειακό τομέα, προωθώντας το μοντέλο των ενεργειακών συνεταιρισμών και το μοντέλο για τις πράσινες βιώσιμες πόλεις.

·         Στην αγροδιατροφή, με την προώθηση της κοινωνικά υποστηριζόμενης γεωργίας και τις ανταλλαγές χωρίς μεσάζοντες με θεσμικά εργαλεία.

·         Στην υγεία, με κοινωνικές κλινικές και κοινωνικά ιατρεία με το συνδυασμό δημοσιών υποδομών, ασφαλιστικών ταμείων καισυμμετοχή τοπικών κοινωνικών φορέων.

·         Στην παιδεία , με ένα μοντέλο που θα ακυρώσει στην πράξη την παραπαιδεία με την οργάνωση κοινωνικών φροντιστηρίων

·         που αξιοποιούν τις κοινωνικές υποδομές και τη συνεργατική οργάνωση.

Αναφορικά  με τους παραπάνω τομείς και σε συνδυασμό με την προώθηση της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης που μας δίνει μια σειρά πλεονεκτήματα χρειαζόμαστε ένα ποιοτικό άλμα συνείδησης  για την ανάπτυξη της κοινωνικής οικονομίας στην Ελλάδα. Να αλλάξουν οι πολιτικές προτεραιότητες.

Το κυρίαρχο σύστημα για δυο γενιές και πλέον μας έχει καθοδηγήσει ότι η ευημερία μια κοινωνίας βρίσκεται στη ποσοτική αύξηση προϊόντων και υπηρεσιών (μεγέθυνση του ΑΕΠ) άσχετα αν πολλές φορές πρόκειται  για ανάγκες που τεχνηέντως κατασκευάζονται και δεν εξυπηρετούν τίποτε άλλο από τον άφρονα καταναλωτισμό και όχι τον ίδιο το πολίτη.

ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΙΚΟΙ ΣΥΝΕΤΑΙΡΙΣΜΟΙ ΤΟ ΠΡΏΤΟ ΒΉΜΑ

Η αρνητική τάση που υπάρχει να αξιοποιήσουμε την συμμετοχική οικονομία στη χώρα μας, που βασική της έκφραση είναι οι καταναλωτικοί συνεταιρισμοί, έχει επιφέρει την αποτελμάτωση των θεσμών της κοινωνικής οικονομίας.

Θα πρέπει να επισημάνουμε  ότι χωρίς κινητοποίηση και την συμμετοχή των καταναλωτών και της κοινωνίας, θα δυσκολευτούν πολύ και οι πρωτοβουλίες των παραγωγικών και κοινωνικών συνεταιρισμών.

Για την δημιουργία καταναλωτικών  συνεταιρισμών στα αστικά κέντρα χρειάζεται κινητοποίηση και οργανωτική τεχνογνωσία από τους περιφερειακούς μηχανισμούς στήριξης της κοινωνικής οικονομίας.

Αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να ενισχυθεί το εισόδημα του καταναλωτή, όχι με αυξήσεις μισθών και συντάξεων που σε αυτή τη περίοδο είναι αδύνατο να υπάρξουν , αλλά με μείωση των τιμών για τον καταναλωτή.

Με αυτό τον τρόπο θα ενισχυθεί και η πραγματική οικονομία έναντι της υπερβολικής διαμεσολάβησης που υπάρχει σήμερα.

Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ δεν είναι συνδικαλιστική διεκδίκηση, δεν ζητάει αύξηση των μισθών αλλά μείωση του κόστους ζωής και βελτίωση της ποιότητας προϊόντων και υπηρεσιών.

Δεν είναι ο φτωχός συγγενής έναντι  του κράτους και της αγοράς,δεν ζητάει ελεημοσύνη, αλλά αντικειμενική διαχείριση των πόρων υπέρ των οικονομικά αδυνάτων για να αναπτύξουν την κοινωνική επιχειρηματικότητα

Σε άλλες χώρες υπήρχε η παράδοση των εργατικών συνδικάτων που δημιουργούσαν συνεταιρισμούς και αλληλέγγυα ασφαλιστικά ταμεία, μια παράδοση του εργατικού κινήματος που δημιούργησε κοινωνική δικαιοσύνη στην χώρα.

Στην Ελλάδα ανάλογες πρωτοβουλίες ήταν αναιμικές, ενώ δεν αναπτύχθηκε ένα ανάξιο καταναλωτικό κίνημα που θα συνέβαλε στην δημιουργία καταναλωτικών συνεταιρισμών.

Ζητάμε σήμερα από τα συνδικάτα και τις καταναλωτικές οργανώσεις να μπουν μπροστά στο κίνημα για τη δημιουργία καταναλωτικών συνεταιρισμών.

Οι υφιστάμενες δομές αλληλεγγύης που αντιμετωπίζουν εδώ και 4 χρόνια την ακραία φτώχεια, όπως και οι ανάλογες παλαιότερες δράσεις της εκκλησίας, είναι πράγματι πολύτιμες σε εποχές κρίσης και μπορούν να θεωρηθούν μια λύση έκτακτης ανάγκης.

Αλλά δεν μπορούν να υποκαταστήσουν την κοινωνική επιχειρηματικότητα, δεν αντιμετωπίζουν ριζικά το πρόβλημα της φτώχειας.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να το επιχειρήσουμε σήμερα. Οι συνθήκες είναι ώριμες.

Η ενότητα που έχει επιτευχθεί σε εκατοντάδες οργανώσεις της κοινωνίας πολιτών μπορεί να αποτελέσει μια μαγιά ενεργοποίησης προς αυτή την κατεύθυνση.

Επιπλέον, οι διάφορες δομές αλληλεγγύης που λειτουργούν στην παροχή τροφής για ανέργους, διαθέτουν σημαντική επιρροή για την κινητοποίηση των πολιτών για την δημιουργία συν/μών με την λογική ότι «δεν μοιράζουμε ψάρια στους πεινασμένους, τους διδάσκουμε πως να ψαρεύουν».

Είναι ανάγκη να αναδείξουμε μια σειρά καλά παραδείγματα της χώρας και της ΕΕ και να ξεκινήσουμε μια ενημερωτική και εκπαιδευτική εκστρατεία για αυτό τον σκοπό.

ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΣ ΟΡΟΣ ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ.

Η κοινωνική οικονομία όπως τονίσαμε διακρίνεται κατά βάση από το συλλογικό υποκείμενο της επιχειρηματικότητας, το οποίο εμπλέκεται και συμμετέχει κάθε φορά υπό την μορφή συλλογικότητας μέσα από μια κοινωνική ομάδα στη κοινωνική επιχείρηση.

Βασικό της χαρακτηριστικό ο περιορισμός της διαμεσολάβησης και στη μείωση του κόστους συναλλαγών με ευεργετικές επιπτώσεις στους μετέχοντες και  το σύνολο της κοινωνίας.

Στοχεύει, στο αμοιβαίο όφελος παραγωγού και καταναλωτή και με αυτή την έννοια ο καταναλωτής είναι και συμμέτοχος στην επιχείρηση με χαρακτηριστικό παράδειγμα τους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς.

Κι αυτό προϋποθέτει κοινωνικό υποκείμενο, κοινότητες και κοινωνικά δίκτυα που συγκροτούν κοινωνικό κεφάλαιο και επενδύουν  στη κοινωνική επιχειρηματικότητα..

Κατά αυτό τον τρόπο σε τοπικό επίπεδο μπορούν να οργανωθούν σε μεγαλύτερη κλίμακα, υπηρεσίες υγείας, παιδείας, ασφαλιστικά ταμεία, τουρισμός και ψυχαγωγικές εκδηλώσεις.

¨Οχι ως παραδείγματα και πιλοτικές ενέργειες αλλά  σε τέτοιο βαθμό που να καλύπτουν τις τοπικές ανάγκες.

Έχουμε πολλά παραδείγματα, με κοινωνικά ιατρεία, κοινωνικά φροντιστήρια, και πολιτιστικούς φορείς για να κατανοήσουμε τη σημασία αυτής πρακτικής.

Βρισκόμαστε εντελώς στην αρχή και απέχουμε πολύ ώστε να ικανοποιηθούν οι ανάγκες που έχουν προκύψει από την διόγκωση της φτώχειας και της ανεργίας.

Χρειάζεται ΕΝΑ ΚΥΜΑ ήπιων μεταρρυθμίσεων στο πέρασμα από το συγκεντρωτικό υπερ-βιομηχανικό μοντέλο που διογκώνει σήμερα την φτώχεια και την ανεργία, στο νέο οριζόντιο και αποκεντρωμένο μοντέλο του συνεργατισμού.

Η ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΣΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΤΟ ΕΜΜΕΣΟ ΚΕΡΔΟΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

Οι επενδύσεις λοιπόν με στόχο  την κινητοποίηση του  κοινωνικού κεφαλαίου είναι προαπαιτούμενο για την συμμετοχική οικονομία, τους μεγάλους καταναλωτικούς συνεταιρισμούς, τους μικρούς και ευέλικτους παραγωγικούς και τις τοπικές κοινωνικές συμπράξεις. Το όφελος της συμμετοχικής επένδυσης σε αυτό το επίπεδο για κάθε καταναλωτή και εργαζόμενο που μετέχει σε αυτή τη διαδικασία είναι η μείωση του κόστους των συναλλαγών άρα ένα έμμεσο κέρδος.

Μια διαδικασία που δεν είναι αυτονόητη, αλλά απαιτεί οργανωτική τεχνογνωσία, μια γέφυρα από ένα συγκεντρωτικό αναπτυξιακό μοντέλο που δίνει έμφαση μόνο στην παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα, σε ένα άλλο μοντέλο που δίνει έμφαση στην ποιότητα και στους θεσμούς συνεργασίας της κοινωνίας και δημιουργεί οικονομίες κλίμακας με το συνεργατισμό.

Αυτή είναι και η προσέγγιση συνεργασίας με την τοπική αυτοδιοίκηση ώστε, να γίνουν  να επενδύσεις που θα καλύψουν  συγκεκριμένες κοινωνικές και οικονομικές τοπικές ανάγκες.

Ένα μοντέλο το οποίο εστιάζει, στο διατροφικό τομέα, στον τομέα κοινωνικής φροντίδας, στην διατήρηση της πολιτισμικής παράδοσης, στον τουρισμό λαμβάνοντας υπόψη ότι ο λαϊκός πολιτισμός της προβιομηχανικής περιόδου, η πολιτιστική κληρονομιά και τα πανηγύρια της περιοχής μπορούν να εμπνεύσουν και να εμπλουτίσουν την κοινωνική εμπειρία και ψυχαγωγία αξιοποιώντας παράλληλα  τα νέα  μέσα της ψηφιακής τεχνολογίας και του διαδικτύου.

Περιγράφοντας, τα  διαθέσιμα αγαθά της περιοχής τις παραγωγικές και πολιτιστικές λειτουργίες με την οπτική της βιοπολιτικής της οικοαναπτυξης και της συμμετοχικής οικονομίας αυτό που έχουμε κατά νου είναι,  η μεγιστοποίηση της κινητοποίησης κοινωνικού κεφαλαίου που απαιτεί βέβαια ανάλογη οργανωτική κουλτούρα και θεσμική καινοτομία.

Το Κοινωνικό Κεφάλαιο λοιπόν μπορεί να ορισθεί ως συσσώρευση συλλογικής γνώσης οργανωτικής κουλτούρας, αλληλεγγύης, κοινής εμπιστοσύνης και δημιουργικής θεσμικής λειτουργίας που  αναπτύσσει κοινωνικές δεξιότητες π.χ. τις ικανότητες για την λειτουργία αποτελεσματικών κοινωνικών επιχειρήσεων και κοινωνικών συμπράξεων.  Σε αυτές τις περιπτώσεις τα κοινωνικά δίκτυα και ο εθελοντισμός είναι οι βασικοί συντελεστές για την συγκρότησή του, ενώ προαπαιτούμενο είναι ο συνεργατισμός και η κοινωνική εμπιστοσύνη.

Σε ένα περιβάλλον που ένας δεν εμπιστεύεται τον άλλον, δεν ευδοκιμεί ο συνεργατισμός παρόλο που είναι ανάγκη για την βιωσιμότητα των κοινωνικών επιχειρήσεων. Ωστόσο το κοινωνικό κεφάλαιο είναι προαπαιτούμενο για τις επενδύσεις στις  κοινωνικές επιχειρήσεις, γιατί συμπληρώνει και υποκαθιστά σε μεγάλο βαθμό το οικονομικό κεφάλαιο το οποίο  δεν διαθέτουν οι μικροεπαγγελματίες για να δημιουργήσουν οικονομία κλίμακας  στις συναλλαγές τους παρά μόνο μέσω του συνεργατισμού.

Η ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ ΜΑΘΗΣΗ

Η σχέση μεταξύ κοινωνικού κεφαλαίου και δια βίου μάθησης απέκτησε τα τελευταία χρόνια ιδιαίτερη σημασία μέσα στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μέσα από τη χάραξη πολιτικών για την εκπαίδευση και την κατάρτιση, η Ευρωπαϊκή πολιτική στοχεύει στο να εξισορροπήσει τις αυξημένες ανάγκες που παρουσιάζονται στα πλαίσια αντιμετώπισης της ανεργίας και  στη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής.

Πρόσφατες έρευνες υποστηρίζουν ότι το κοινωνικό κεφάλαιο αποτελεί όχι μόνο σημαντικό παράγοντα της εκπαίδευσης αλλά και ένα από τα πολύτιμα προϊόντα της.

Ωστόσο τα προγράμματα κατάρτισης που υλοποιήθηκαν  στη χώρα μας δεν απέδωσαν τα  αναμενόμενα καθώς, δεν απευθύνονταν μέχρι τώρα στη διαμόρφωση κοινωνικού κεφαλαίου αλλά σε ατομικές δεξιότητες που παράγουν ήδη τα σχολεία και Πανεπιστήμια. Είναι φανερό ότι η δια βίου μάθηση μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας όπως στα σχολεία δεν έχει προστιθέμενη αξία ως δια βίου μάθηση και πρακτική άσκηση μέσα στη κοινωνία τις παραγωγικές και πολιτιστικές διαδικασίες.

ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΣΥΜΠΡΑΞΕΙΣ

Ο νέος νόμος για την κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία 4430/31-10-2016 θεσμοθετεί με σαφήνεια τη θεσμική συνεργασία των Δήμων και των οργανώσεων της κοινωνικής οικονομίας στο άρθρο 7 με τη δυνατότητα προγραμματικών συμφωνιών, ενώ προβλέπονται «ενώσεις» σε δευτεροβάθμιο επίπεδο στο άρθρο 9. Έτσι μπορούν να οργανωθούν με τη στήριξη των δήμων και περιφερειών «οι τοπικές κοινωνικές συμπράξεις¨».

Σε αυτό το πλαίσιο προτείνεται ,  μια γέφυρα συνεργασίας του ενιαίου χώρου της κοινωνικής οικονομίας, με την Τ.Α  για την δημιουργική αλληλεπίδραση των δύο χώρων και την ανταλλαγή τεχνογνωσίας.

Οι «τοπικές κοινωνικές Συμπράξεις» συγκροτούν ενώσεις, από τοπικές συλλογικότητες, κοινωνικά δίκτυα, συνεταιρισμούς  και δομές της Τ.Α. κι αυτό μπορεί να γίνει σε κάθε Δήμο.  Κάθε Σύμπραξη μπορεί να συσταθεί σύμφωνα με το νέο νόμο διαμορφώνοντας  ένα πλαίσιο συνεργασίας με ένα τοπικό Σύμφωνο, που θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε υπό προϋποθέσεις   ένα τοπικό «κοινωνικό συμβόλαιο».

Οι Συμπράξεις αυτές μπορούν να σχεδιάζουν και να υλοποιούν προγράμματα ενίσχυσης των κοινωνικών δομών στους δήμους με νέες μορφές οργάνωσης της κοινωνικής επιχειρηματικότητας. (π.χ. βοήθεια στο σπίτι, παιδικοί σταθμοί, κοινωνικά ιατρεία κ.α.)

Δομές οι οποίες μπορούν να κατευθύνουν και να συμβουλεύσουν στη συγκέντρωση κοινωνικού  και διανοητικού κεφαλαίου, αλλά και χρηματικού επενδυτικού κεφαλαίου με τη συμμετοχή της κοινότητας.

Παράλληλα,  είναι αναγκαίος ένας μηχανισμός δικτύωσης και οργάνωσης που οφείλει να εξυπηρετεί το σύνθετο έργο της κινητοποίησης των ανθρώπινων πόρων και  δικτύωσης των κοινωνικών επιχειρήσεων από όλες τις πλευρές – πολίτες, καταναλωτές, επαγγελματίες, παραγωγούς, κοινωνικούς φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Σύμφωνα λοιπόν με αυτή την θεώρηση η κοινωνική οικονομία στην Ελλάδα χρειάζεται ολοκληρωμένους θεσμούς και δίκαιους κανόνες παιγνιδιού που δεν μπορούν να προκύψουν διαφορετικά  εάν δεν οργανωθεί ο χώρος σε δευτεροβάθμιο και τριτοβάθμιο επίπεδο με ενώσεις.

Γιατί η κοινωνική οικονομία δεν είναι μια ετερότητα του κράτους και της αγοράς αλλά ένας αυτόνομος χώρος της κοινωνίας που χρειάζεται να αναγνωρίσει το πολιτικό σύστημα.Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΔΥΣΚΟΛΙΑ ΣΤΗ ΜΕΤΑΒΑΣΗ από τη Δεύτερη στην Τρίτη Βιομηχανική Επανάσταση είναι μάλλον διανοητική παρά τεχνικής υφής.  J.Rifκιν   Εμείς θα προσθέταμε ότι η μεγαλύτερη δυσκολία δεν στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό  αλλά στον θεσμικό εκσυγχρονισμό και οργάνωση της κοινωνίας. Πολύ άμεσα θέλουμε να αποκτήσουμε της τελευταίας τεχνολογίας «κινητό» αλλά πολύ δύσκολα αλλάζομε τους θεσμούς στην οργάνωση της εργασίας του σχολείου και της πολιτικής. Κι αυτό έχει ως συνέπεια την παρακμιακή λειτουργία που επικρατεί στις μέρες μας. Για αυτό και η επείγουσα ανάγκη επιμόρφωσης σε νέους θεσμούς και στην οργάνωση της κοινωνικής οικονομίας.

Choose language

elenfrdeitessv

Who's Online

Αυτήν τη στιγμή επισκέπτονται τον ιστότοπό μας 76 επισκέπτες και κανένα μέλος